H οικονομική ανάπτυξη παρουσιάζεται ως πανάκεια που μπορεί να λύσει οποιοδήποτε από τα προβλήματα του κόσμου όπως τη φτώχεια, την ανισότητα, τη βιωσιμότητα.
Τόσο οι πολιτικές της Αριστεράς όσο και της Δεξιάς διαφέρουν μόνο ως προς τον τρόπο της επίτευξής τους και η «ανάπτυξη προς όφελος της ανάπτυξης» παραμένει η πίστη όλων των κυβερνήσεων και των διεθνών θεσμών, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.
Ωστόσο υπάρχει μια δυσάρεστη επιστημονική αλήθεια που πρέπει να αντιμετωπιστεί: η οικονομική ανάπτυξη είναι περιβαλλοντικά μη βιώσιμη.
Επιπλέον πέρα από ένα ορισμένο όριο, που έχει ήδη ξεπεραστεί από τις χώρες της Ε.Ε., δεν είναι απαραίτητη κοινωνικά. Το κεντρικό ερώτημα που γεννιέται είναι το πώς μπορούμε να διαχειριστούμε μια οικονομία χωρίς ανάπτυξη.
Πολλοί οικονομολόγοι έχουν αρχίσει να υποστηρίζουν ότι η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να αποσυνδεθεί από την κατανάλωση ενέργειας και υλικών, γράφει ο Φεντερίκο Ντεμάρια, οικονομολόγος στο Ινστιτούτο Περιβαλλοντικής Επιστήμης και Τεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης, στον ιστότοπο Ecologist.
Τα ιστορικά δεδομένα δείχνουν ότι αυτό -μέχρι σήμερα- δεν έχει συμβεί. Το πολύ να υπάρχει μια σχετική αποσύνδεση – μείωση της χρήσης πόρων ανά μονάδα ΑΕΠ.
Ωστόσο δεν υπάρχει απόλυτη αποσύνδεση που είναι σημαντική για τη βιωσιμότητα, δηλαδή μια απόλυτη μείωση της κατανάλωσης των περιβαλλοντικών πόρων. Οι μόνες περίοδοι απόλυτης αποϋλοποίησης συμπίπτουν με την οικονομική ύφεση.
Η τρέχουσα οικονομία δεν μπορεί να είναι κυκλική, υποστηρίζει ο Ντεμάρια. Ο κύριος λόγος είναι ότι η ενέργεια δεν μπορεί να ανακυκλωθεί και τα υλικά μπορούν μόνο μέχρι ένα σημείο. Η παγκόσμια οικονομία ανακυκλώνει λιγότερο από το 10% των υλικών και περίπου το 50% των μεταποιημένων υλικών χρησιμοποιούνται για την παροχή ενέργειας και συνεπώς δεν είναι διαθέσιμα για ανακύκλωση.
Είναι απλό: η οικονομική ανάπτυξη δεν είναι συμβατή με την περιβαλλοντική βιωσιμότητα.
Η λίστα των ωραίων οξύμωρων όρων είναι μακρά -από την αειφόρο ανάπτυξη μέχρι τις μετενσαρκώσεις της, όπως η πράσινη οικονομία ή η πράσινη ανάπτυξη- αλλά οι ευσεβείς σκέψεις δεν λύνουν πραγματικά προβλήματα.
Η αύξηση του ΑΕΠ οδηγεί σε αύξηση της χρήσης υλικών και ενέργειας και ως εκ τούτου στην περιβαλλοντική μη βιωσιμότητα.
Οι λύσεις που βασίζονται στην τεχνολογία και στην αγορά δεν είναι μαγικές σφαίρες, γράφει ο Ντεμάρια. Η πίστη στην τεχνολογία έχει γίνει θρησκευτική, αλλά τα επιστημονικά στοιχεία δείχνουν ότι με βάση τις προηγούμενες τάσεις της τεχνολογικής βελτίωσης αυτές έρχονται πολύ αργά, για να αποφευχθεί η αμετάκλητη κλιματική αλλαγή.
Για παράδειγμα, οι βελτιώσεις της απόδοσης οδηγούν σε φαινόμενα ανάκαμψης στο πλαίσιο της οικονομικής ανάπτυξης (όσο πιο αποδοτικοί είμαστε, τόσο περισσότερο καταναλώνουμε, π.χ. αυτοκίνητα και κατανάλωση βενζίνης).
Η ανανεώσιμη ενέργεια παράγει λιγότερη καθαρή ενέργεια, επειδή έχει χαμηλότερο δείκτη EROI (ενεργειακή απόδοση από την ενεργειακή επένδυση) από τα ορυκτά καύσιμα.
Για τον λόγο αυτό και για άλλους λόγους δεν μπορεί να ικανοποιήσει τα σημερινά επίπεδα κατανάλωσης ενέργειας, τα οποία συνεπώς πρέπει να μειωθούν.
Τα περισσότερα από τα παγκόσμια αποθέματα ορυκτών καυσίμων πρέπει να παραμείνουν στο έδαφος, άκαυστα, για να διατηρήσουν μια παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας σε όχι περισσότερο από 2 βαθμούς Κελσίου.
Στην πραγματικότητα τα ορυκτά καύσιμα πρέπει να ονομάζονται άκαυστα καύσιμα, αναφέρει ο ίδιος.
Η επιστήμη μερικές φορές φέρνει κακά νέα. Ενα άρθρο που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο Nature Sustainability υποστηρίζει ότι «καμία χώρα στον κόσμο δεν ανταποκρίνεται στις βασικές ανάγκες των πολιτών της σε ένα παγκοσμίως βιώσιμο επίπεδο χρήσης των πόρων». Πώς μπορούν λοιπόν να δημιουργηθούν οι συνθήκες για μια καλή ζωή για όλους στον πλανήτη;
Η συνολική κατανάλωση υλικών και ενέργειας πρέπει να μειωθεί, ξεκινώντας από τις αναπτυγμένες χώρες. Αυτή είναι η δυσάρεστη αλήθεια που πρέπει να αντιμετωπίσουν αυτοί που χαράζουν τις εκάστοτε πολιτικές.
Η οικονομική ανάπτυξη μπορεί επίσης να μην είναι κοινωνικά επιθυμητή. Οι ανισότητες αυξάνονται, η φτώχεια δεν έχει εξαλειφθεί και η ικανοποίηση από τη ζωή είναι στάσιμη.
Επιπλέον η οικονομική ανάπτυξη τροφοδοτείται από το χρέος, που αντιστοιχεί σε αποικισμό του μέλλοντος.
Αυτό το χρέος δεν μπορεί να πληρωθεί και το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι επιρρεπές στην αστάθεια, υποστηρίζει ο Φεντερίκο Ντεμάρια.
Για παράδειγμα, από επιστημονική άποψη δεν είναι σαφές πώς η Ευρωπαϊκή Ενωση θα επιτύχει μια οικονομία χαμηλών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα στο πλαίσιο της οικονομικής ανάπτυξης, καθώς αυτό συνεπάγεται μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου στο 80% κάτω από τα επίπεδα του 1990 μέχρι το 2050.
Οι κλιματολόγοι Κέβιν Αντερσον και Αλις Τζάουντ έχουν υποστηρίξει πειστικά ότι «για μια εύλογη πιθανότητα αποφυγής της ανόδου της θερμοκρασίας σε λιγότερο από 2 βαθμούς Κελσίου, τα πλουσιότερα έθνη πρέπει, προσωρινά, να υιοθετήσουν μια στρατηγική αποανάπτυξης».
Προφανώς η μετάβαση από μια αναπτυσσόμενη κοινωνία σε μια αποανάπτυξη δημιουργεί αρκετές προκλήσεις. Ωστόσο ο αναδυόμενος τομέας της οικολογικής μακροοικονομίας αρχίζει να τις αντιμετωπίζει με πειστικό τρόπο.
Οι συντελεστές της ευτυχίας και της οικονομίας δείχνουν ότι η αύξηση του ΑΕΠ δεν είναι απαραίτητη για την ευημερία, επειδή υπάρχουν και άλλοι σημαντικοί καθοριστικοί παράγοντες.
Για παράδειγμα, το υψηλό προσδόκιμο ζωής είναι συμβατό με τις εκπομπές χαμηλών εκπομπών άνθρακα, αλλά τα υψηλά εισοδήματα δεν είναι.
Πηγή:efsyn