Η αλματώδης ερημοποίηση στην Κίνα, που καταπίνει χιλιάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα παραγωγικού εδάφους κάθε χρόνο, έχει καταστεί μια γιγαντιαία πρόκληση πρωτοφανών διαστάσεων.
Το ποσοστό της ερημοποίησης αυξήθηκε σε όλο το δεύτερο μισό του περασμένου αιώνα στερώντας από τους αγρότες τη δυνατότητα παραγωγής τροφίμων και εκτοπίζοντας ανθρώπους από τα σπίτια τους.
Και παρόλο που η τάση αυτή έχει σταθεροποιηθεί, η κατάσταση παραμένει πολύ σοβαρή.
Περισσότερο από το ένα τέταρτο του συνόλου της χώρας έχει πλέον υποβαθμιστεί ή μετατρέπεται σε έρημο εξαιτίας της υπερβόσκησης από τα ζώα, από τις καλλιέργειες, από την υπερβολική χρήση νερού και τις αλλαγές του κλίματος.
Μόνο η έρημος Γκόμπι καταβροχθίζει 3.600 τετραγωνικά χιλιόμετρα χορτολιβαδικών εκτάσεων κάθε χρόνο.
Ορισμένοι μιλούν για «μία από τις μεγαλύτερες περιβαλλοντικές καταστροφές της εποχής μας», ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι «πρόκειται, ίσως, για τη μεγαλύτερη μετατροπή παραγωγικής γης σε άμμο οπουδήποτε στον κόσμο».
Η δασική υπηρεσία της χώρας έχει χαρακτηρίσει την ερημοποίηση της γης «το πιο σημαντικό οικολογικό πρόβλημα στην Κίνα» και εκτιμά ότι, κατά πάσα πιθανότητα, η κλιματική αλλαγή θα κάνει τα πράγματα χειρότερα.
Οι οικολογικές καταστροφές έχουν αναπόφευκτα κοινωνικές επιπτώσεις.
Η ερημοποίηση απειλεί την επιβίωση περίπου του ενός τρίτου του πληθυσμού της Κίνας, ειδικά στα δυτικά και στα βόρεια της χώρας, και θα μπορούσε να δημιουργήσει σοβαρές προκλήσεις για την πολιτική και οικονομική σταθερότητα, καθώς κοστίζει στην Κίνα περίπου 6,9 δισ. δολάρια ετησίως, αν και αυτό το βάρος δεν κατανέμεται εξίσου σε όλες τις περιφέρειες.
Για τις έντονα απερημωμένες περιοχές (βόρεια και δυτικά της χώρας) η απώλεια ανέρχεται σε ποσοστό έως και 23,16% του ετήσιου ΑΕΠ.
Το γεγονός ότι το ένα τρίτο της έκτασης της χώρας έχει διαβρωθεί έχει οδηγήσει περίπου 400 εκατομμύρια ανθρώπους σε έναν διαρκή αγώνα για την αντιμετώπιση της απώλειας παραγωγικών εδαφών, της αποσταθεροποίησης των κλιματικών συνθηκών και των σοβαρών ελλείψεων νερού.
Η ξηρασία επεκτείνεται σε περίπου 160.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα καλλιεργήσιμης γης κάθε χρόνο, διπλασιάζοντας τις κατεστραμμένες από την ξηρασία περιοχές που υπήρχαν τη δεκαετία του 1950.
Αποδίδοντας την ερημοποίηση στην υπερβόσκηση και στις επιβλαβείς καλλιέργειες, το κράτος έχει ξεκινήσει από το 2005 να μετακινεί τα εκατομμύρια των ανθρώπων από τα ξηρά και άγονα εδάφη στο πλαίσιο του αμφιλεγόμενου προγράμματος της «οικολογικής μετανάστευσης», με στόχο τον περιορισμό της υπερβόσκησης.
Η αποψίλωση των δασών έχει κάνει τα πράγματα χειρότερα.
Η Greenpeace αναφέρει ότι μόνο το 3,34% των αρχικών δασικών εκτάσεων της χώρας παραμένουν άθικτα, από τα οποία μόνο το 0,1% είναι πλήρως προστατευμένα.
Παρά τις τεράστιες προσπάθειες της κινεζικής κυβέρνησης να μειώσει το ποσοστό της διάβρωσης, με αποκορύφωμα το μεγαλύτερο έργο αναδάσωσης που έχει αναληφθεί ποτέ, η ίδια η κυβέρνηση παραδέχτηκε το 2011 ότι η «τάση της ερημοποίησης δεν έχει θεμελιωδώς αντιστραφεί».
Η σκόνη και οι αμμοθύελλες έχουν ενταθεί και, πλέον, θέτουν προκλητικές γεωπολιτικές και βιοπολιτικές προκλήσεις.
Η έρημος Γκόμπι, η οποία εκτείνεται στην Κίνα και τη Μογγολία, είναι η δεύτερη μεγαλύτερη πηγή σκόνης στον κόσμο μετά τη Σαχάρα.
Η στροβιλιζόμενη σκόνη της ερήμου έχει γίνει μια ετήσια μάστιγα στη δυτική Κίνα, αλλά, πλέον, φαίνεται ότι μετακινείται σε όλη τη διαδρομή κατά μήκος του Ειρηνικού και ακόμη πιο πέρα.
Ιχνη των ερήμων της Κίνας έχουν βρεθεί πολύ μακριά, ακόμη και στη Νέα Ζηλανδία και στις Γαλλικές Αλπεις, και η «κίτρινη σκόνη» κοστίζει στην κορεατική και στην ιαπωνική οικονομία δισεκατομμύρια δολάρια ετησίως.
Σε ακόμη χειρότερη θέση βρίσκεται η Μογγολία, που είναι ήδη αντιμέτωπη με την ερημοποίηση και λέγεται ότι θα επηρεαστεί ιδιαίτερα από την υπερθέρμανση του πλανήτη περισσότερο από οποιαδήποτε άλλη ανατολική χώρα της Ασίας, με τις μέσες θερμοκρασίες να αυξάνονται περισσότερο από 5 βαθμούς Κελσίου από το 2090.
Η εισπνοή αυτής της σκόνης έχει αποδειχθεί ότι έχει καταστροφικές συνέπειες για την υγεία των ζώων και των ανθρώπων.
Την τελευταία δεκαετία η ασιατική σκόνη έχει συνδεθεί με καρδιαγγειακές και αναπνευστικές παθήσεις, ενώ μια πιο πρόσφατη έρευνα ανακάλυψε «μια στατιστικά σημαντική συσχέτιση μεταξύ της ασιατικών αμμοθυελλών και της ημερήσιας θνησιμότητας». Οι αμμοθύελλες μεταφέρουν επίσης τοξικούς ρύπους, βακτήρια, ιούς, γύρη και μύκητες.
Η σκόνη και οι αμμοθύελλες δεν σέβονται διεθνή σύνορα και, έτσι, δεν προκαλεί καμία κατάπληξη ότι έχουν προκαλέσει μεγάλη ανησυχία και σε διεθνές επίπεδο.
Λόγος για τον οποίο, από το 2005 η Ασιατική Τράπεζα Ανάπτυξης, μαζί με αρκετούς οργανισμούς των Ηνωμένων Εθνών και των περιφερειακών χωρών, κατάρτισε ένα γενικό σχέδιο για την πρόληψη και τον έλεγχο της σκόνης και των αμμοθυελλών στη βορειοανατολική Ασία, καθώς και για την προώθηση συνεργατικών λύσεων.
Πιο πρόσφατα, το 2015, η σκόνη μπήκε στην ημερήσια διάταξη τριμερούς συνόδου κορυφής στην οποία συμμετείχαν η Νότια Κορέα, η Ιαπωνία και η Κίνα.
Οι υπουργοί Περιβάλλοντος των τριών χωρών συναντώνται κάθε χρόνο και έχουν δημιουργήσει ειδικές ομάδες εργασίας για να βελτιώσουν την ακρίβεια της πρόβλεψης και να αναπτύξουν μέτρα για την αποκατάσταση της βλάστησης σε περιοχές που αποτελούν πηγή της σκόνης στην Κίνα. Πηγή: Πανεπιστήμιο του Νότιγχαμ efsyn