Ας σας τα πρήξουμε λιγάκι παραπάνω…
- December 5, 2012
- 0 comments
- 0
Ή αλλιώς τρομπάρετε όλοι να φουσκώσουμε κι άλλο τη φούσκα της άμεσης δημοκρατίας
Δημοσιεύτηκε προ ημερών (2/11/2012) σε στήλη γνωστού freepress εντύπου το άρθρο του Α. Δημοκίδη, «Την αναγνωρίζετε; Είναι η περίφημη Άμεση Δημοκρατία με την οποία μας είχατε πρήξει ορισμένοι». Πιστεύουμε ότι το συγκεκριμένο κείμενο παρουσιάζει μια ιδιαίτερα απλουστευτική και δυνάμει παραμορφωτική και δυσφημιστική προσέγγιση του εξεταζόμενου ζητήματος. Δεδομένου ότι το εξεταζόμενο θέμα, η άμεση δημοκρατία, είναι για εμάς εξόχως σημαντικό, δραττόμαστε της ευκαιρίας για να προσπαθήσουμε να διασαφήσουμε ορισμένα πράγματα. Στην (ελπίζουμε όχι απολύτως μάταια) προσπάθειά μας αυτή, λαμβάνουμε υπόψη κι άλλο ένα σχόλιο ανάλογης οπτικής που εμφανίστηκε στην πορεία σε στήλη των Νέων[1].
Ο φιλελευθερισμός ενάντια στη δημοκρατία
Η άμεση δημοκρατία είναι ολοκληρωτισμός.
Β. Σωτηρόπουλος[2]
Ο τρόπος με τον οποίο ο αρθρογράφος μας αντιμετωπίζει τις σχέσεις άμεσης δημοκρατίας-κοινοβουλευτισμού είναι χαρακτηριστικός μιας αρκετά διαδεδομένης νοοτροπίας σήμερα, φιλελεύθερων πεποιθήσεων, η οποία αντιμετωπίζει κάθε διαφορετική άποψη ως δείγμα «αρχαϊσμού», «ολοκληρωτισμού» κ.λπ. Ο εύκολος στόχος της ελληνικής αριστεράς (που δεν έχει ξεκαθαρίσει τις σχέσεις της με το σταλινικό παρελθόν της) κάνει τους εκφραστές αυτής της τάσης να πιστεύουν ότι μπορούν να ξεμπερδεύουν εύκολα και με κάθε άλλον στόχο. Όμως στην πραγματικότητα αυτή η στάση είναι δείγμα μεγάλου ιστορικού επαρχιωτισμού και πολιτικού κρετινισμού.
Σε ό,τι μας αφορά, εν προκειμένω, αυτοί οι κύριοι δείχνουν να νομίζουν ότι στη νεοτερικότητα όλα άλλαξαν χάρις σε 2-3 πεφωτισμένα κεφάλια που γράψανε το δίκαιο των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το μοιράσανε στους μονάρχες να το θεσπίσουν. Σε κάθε τέτοια α-ιστορική ιστορική αφήγηση, οι άνθρωποι εμφανίζονται 40 χρονών, λευκοί, πεσμένοι από τον ουρανό, έτοιμοι και ήδη μορφωμένοι, φορείς ανθρωπιστικών ιδανικών. Αγνοούν έτσι οι διανοούμενοί μας, τεχνηέντως, το απλούστατο αλλά και θεμελιώδες γεγονός πως ό,τι δικαίωμα και ελευθερία απολαμβάνουμε σήμερα, είναι αποτέλεσμα κοινωνικών αγώνων –συχνά αιματηρών- και μιας γενικότερης επαναστατικής διάθεσης των νεοτερικών κοινωνιών να αλλάξουν τους θεσμούς τους και να πολεμήσουν ενάντια στην καταπίεση και την αδικία. Όπως το έλεγε ο φιλόσοφος Κ. Παπαϊωάννου, με τη νεοτερικότητα έχουμε για δεύτερη φορά στην ιστορία (η πρώτη ήταν στην αρχαία Αθήνα) την εισβολή της μάζας στο πολιτικό προσκήνιο, η οποία δραστηριοποιείται και αλλάζει τις κοινωνίες. Αυτό οι σημερινοί αρθρογράφοι το καταπίνουν, προκειμένου να ικανοποιήσουν τον πολιτικό επαρχιωτισμό τους: ο μόνος τρόπος αλλαγής των κοινωνιών είναι οι άνωθεν επιβεβλημένες «μεταρρυθμίσεις» και «διαρθρωτικές αλλαγές». Όλα τα υπόλοιπα είναι χάος, βία και ολοκληρωτισμός.
Είναι δυνατόν να ξεχνάμε ότι οι μεγάλες αστικές επαναστάσεις δεν πολέμησαν μόνο ενάντια στις δυνάμεις της απολυταρχίας, αλλά και ενάντια σε ριζοσπαστικά δημοκρατικά κινήματα που ξέφευγαν από τον περιορισμένο για αυτά πολιτικό ορίζοντα του αστικού φιλελευθερισμού; Είναι δυνατόν να ξεχνάμε τους Ισοπεδωτές και τους Σκαφτιάδες της Αγγλικής Επανάστασης, το κίνημα για την κατάργηση των χρεών και τα αμεσοδημοκρατικά TownhallMeetings στην Αμερικανική Επανάσταση, τους Αβράκωτους των τομέων της Γαλλικής Επανάστασης;
Αν τα λάβουμε αυτά υπόψη, δεν είναι δα και τόσο δύσκολο να κάνουμε και το επόμενο βήμα και να σκεφτούμε ότι οι δημοκρατικές κατακτήσεις της νεοτερικότητας συνιστούν κομμάτι και μερική, απλώς, ολοκλήρωση ενός πολύ ευρύτερου κινήματος κοινωνικών αγώνων και αμφισβήτησης, το οποίο, σε πολιτικό επίπεδο, έθετε πολύ συχνά το ζήτημα της εγκαθίδρυσης αμεσοδημοκρατικών μορφών διακυβέρνησης. Άρα, αντί να θεωρούμε την άμεση δημοκρατία ως μια οχλοκρατική μορφή ολοκληρωτισμού, καλόν θα ήταν να βγούμε λιγάκι από τον παραδεισένιο κόσμο μας και να σκεφτούμε ότι αν δεν υπήρχαν αυτά τα λαϊκά και δημοκρατικά κινήματα να ασκούν την πίεσή τους, πολλές από τις σημερινές κατακτήσεις και τα δικαιώματα που τα θεωρούμε αυτονόητα, μάλλον δε θα υπήρχαν.
Δεν πρέπει άλλωστε να ξεχνάμε, ειδικά για την περίπτωση του ολοκληρωτισμού, ότι η αντίσταση στα καθεστώτα αυτά δεν ήρθε από την κριτική κάποιων πεφωτισμένων διανοούμενων, αλλά μέσα από αγώνες και τη δημιουργία αμεσοδημοκρατικών οργάνων πάλης, όπως, για παράδειγμα, τα Σοβιέτ της Κροστάνδης (1921), τα εργατικά συμβούλια της Ουγγαρίας του 1956 κ.λπ. Πρέπει επίσης να τονιστεί ότι η αντίθεση στα ναζιστικά και κομουνιστικά καθεστώτα δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση προνόμιο των υποστηρικτών του κοινοβουλευτισμού. Όταν τη δεκαετία του ’20 και του ’30 οι φιλελεύθερες και συντηρητικές κοινοβουλευτικές δυνάμεις μέσα στη Δύση χάιδευαν τα αυτιά του Μουσολίνι και του Χίτλερ για να τους χρησιμοποιήσουν ενάντια στο εργατικό κίνημα και τον «κομουνιστικό κίνδυνο», οι μόνοι που προσπάθησαν να αφυπνίσουν τις κοινωνίες ήταν ορισμένες περιθωριακές ομάδες και θεωρητικοί, υποστηρικτές του λεγόμενου «συμβουλιακού κομουνισμού» και της εργατικής δημοκρατίας[3]. Και στη συνέχεια, φυσικά, όταν η επίσημη (δηλαδή φιλοκοινοβουλευτική και κρατικολάγνα) αριστερά συγκάλυπτε τα σταλινικά εγκλήματα, οι πρώτοι που προσπάθησαν να κάνουν μια εμπεριστατωμένη κριτική και ανάλυση των κοινωνικών σχέσεων στις «σοβιετικές» χώρες, ήταν αναρχικοί και συμβουλιακοί. Μετά έγινε της μόδας ο αντιολοκληρωτισμός που σήμερα αποτελεί το βασικό επιχείρημα ενάντια σε όσους ασκούν κριτική στο κοινοβουλευτικό σύστημα.
Πολιτική και πολιτιστική καλλιέργεια: η δημοκρατική παιδεία
Ο ΑΔ αναγνωρίζει, τουλάχιστον, ότι στην Αρχαία Ελλάδα το αμεσοδημοκρατικό πολίτευμα μπόρεσε να λειτουργήσει, εφόσον το κοινωνικό σώμα ήταν φορέας μιας υψηλής κουλτούρας, πολιτικής και κοινωνικής. Θεωρεί όμως ο αρθρογράφος μας ότι η ύπαρξη αυτού του δημοκρατικού πολιτεύματος ήταν άσχετη με αυτήν την κουλτούρα; Ούτε συνέτεινε στη διαμόρφωσή της αλλά ούτε και υπήρξε προϊόν ή κοινωνός της; Πρόκειται για δύο εντελώς διαχωρισμένες σφαίρες της κοινωνικής δραστηριότητας, π.χ., των Αθηναίων; Και ο σαφέστατα πολιτικός και δημοκρατικός χαρακτήρας κορυφαίων έργων της αρχαίας τραγωδίας; Και το γεγονός ότι τα έργα που μας έχουν σωθεί βραβεύονταν από τους ίδιους τους πολίτες –από αυτούς δηλαδή που ψήφιζαν στη Βουλή και την εκκλησία του δήμου– και όχι από καλλιτεχνικούς διευθυντές και άλλους ειδικούς του πνεύματος, δε μας λέει κάτι;
Δε μας κάνει να σκεφτούμε ότι ενδεχομένως κάθε πολίτευμα έχει και τον ομοούσιό του τύπο ανθρώπου; Ότι κάθε πολίτευμα διαμορφώνει σταδιακά τη δική του κουλτούρα; Ότι, κατά συνέπεια, η σφαίρα της πολιτικής δεν είναι αεροστεγώς διαχωρισμένη από τη σφαίρα της κουλτούρας; Ότι η διεκδίκηση της άμεσης δημοκρατίας δεν είναι νομικίστικη και στενά συνταγματική διεκδίκηση, αλλά πρόταση ενός εντελώς διαφορετικού, από τη σημερινή, είδους κοινωνίας, το οποίο θα έχει ως πολιτική του έκφραση ένα πολίτευμα άμεσης δημοκρατίας; Αν τα σκεφτούμε όλα αυτά, ίσως κατανοήσουμε ότι η άμεση δημοκρατία δεν είναι ένα κούφιο συνταγματικό και νομικίστικο κέλυφος, το οποίο μπορεί να γεμίσει με κάθε είδους περιεχόμενο, όπως υποστηρίζουν διάφοροι δημαγωγοί: όπως και κάθε πολίτευμα, διαμορφώνει τη δική της κουλτούρα και εθίζει τους πολίτες στη λογική της, δηλαδή, εν προκειμένω στην ισότητα. Αυτό δε σημαίνει ότι δε μπορεί να προκύψουν ποτέ ρατσιστικές ή σεξιστικές απόψεις –προφανώς. Αλλά δε σημαίνει, από την άλλη πλευρά, ότι η άμεση δημοκρατία δεν ενσαρκώνει ένα σύνολο αξιών που ευνοούν μια εξισωτική αντίληψη. Είναι τυχαίο, δηλαδή, που η ακροδεξιά, παρά την αντίθεσή της στον κοινοβουλευτισμό και την υιοθέτηση πρακτικών άμεσης δράσης, δεν έχει επικαλεστεί ποτέ, έστω και ρητορικά, την άμεση δημοκρατία; Είναι τυχαίο που η Χρυσή Αυγή είχε ως βασική της γραμμή, το καλοκαίρι του 2011, το «μακριά από το Σύνταγμα»;
Αντίστοιχα, αν σκεφτούμε όλα τα παραπάνω, ίσως να δούμε ότι μια κοινωνία πραγματικά και εις βάθος δημοκρατική, είναι μια κοινωνία αυτό-περιορισμού: μια κοινωνία που γνωρίζει ότι αφού δεν υπάρχει κανένας Θεός να μας τραβήξει τα λουριά, οφείλουμε να είμαστε σοβαροί και υπεύθυνες, αφού οι αποφάσεις που θα καθορίσουν το μέλλον μας λαμβάνονται από εμάς και μόνο. Η κοινωνία, αντίθετα, που προωθεί τη μαζική πολιτική ανευθυνότητα, την αποβλάκωση και τον σταρχιδισμό είναι η σημερινή κοινωνία της κατανάλωσης, όπου αναγορεύουμε το Κράτος και το κοινοβούλιο προστάτες και εγγυητές των προσωπικών μας μικροαπολαύσεων. Έτσι αποσυρόμαστε από τη δημόσια σφαίρα, παύουμε να είμαστε πολίτες, και μετατρεπόμαστε σε ανεύθυνους καταναλωτές που αφήνουν σε γελοία άτομα όπως ο Σαρκοζί, ο Καβαλιέρε, ο Μπους, ο Μπλερ, ο ΓΑΠ, ο Σαμαράς, ο Παναγιώταρος, η Πέιλιν, ο Άρης Σπηλιωτόπουλος, ο Πανίκας Ψωμιάδης, η Ελένη Κούρκουλα, ο Γιώργος Ανατολάκης, ο Μητσάρας ο Αβραμόπουλος τη διακυβέρνηση των κοινωνιών μας. Επιλογές προσώπων που αρκούν για να μας δείξουν τι αξίες και πρότυπα προωθεί η σημερινή κοινωνία της ανάθεσης και της μαζικής ανευθυνότητας.
Δε μπορούμε να χρεώνουμε στις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες το επίπεδο της ποιότητας των συμμετεχόντων σε αυτές σήμερα, διότι αυτά τα άτομα έρχονται να συμμετάσχουν όντας, ουσιαστικά, εκφραστές των κυρίαρχων σήμερα τύπων ανθρώπου, με τα κουσούρια που μόλις αναφέραμε. Και αυτό ακριβώς είναι ένα από τα βασικά εμπόδια που δυσχεραίνουν σήμερα κάθε αμεσοδημοκρατικό εγχείρημα: ότι έρχεται ο κάθε ανεύθυνος νάρκισσος, που απαιτεί να μονοπωλεί τον λόγο, δίχως την παραμικρή ικανότητα αυτοπεριορισμού, αδιαφορώντας πλήρως για την τήρηση των κανόνων λειτουργίας και τη συμμετοχή στην υλοποίηση των αποφάσεων. Δεν περιμέναμε τον ΑΔ και τον ΔΜ να μας το μάθουν αυτό. Πολεμήσαμε ενάντια σε αυτές τις τάσεις το προπέρσινο καλοκαίρι στις Θεματικές Ομάδες και στις συνελεύσεις του Συντάγματος, όπου βγάζαμε τα λαρύγγια μας μέσα στο κατακαλόκαιρο. Εκεί η άμεση δημοκρατία δε λειτούργησε, ακριβώς επειδή πήγε να εφαρμοστεί από ανθρώπους διαμορφωμένους μέσα στις σημερινές κοινωνίες της ανάθεσης και της πολιτικής ανευθυνότητας. Ας μην ανησυχούν λοιπόν οι φίλοι μας: ο κοινοβουλευτισμός έχει τις δικλείδες ασφαλείας του, δεν κινδυνεύει τόσο εύκολα!
Είναι κομματάκι ανέντιμο να κατηγορούμε την άμεση δημοκρατία, ως τρόπο λήψης αποφάσεων (διότι μόνο ως τέτοια μπορεί να υπάρξει σε μια πρώτη φάση) για το ποιόν των απόψεων όσων πάνε να συμμετέχουν για πρώτη φορά σε τέτοιες διαδικασίες. Ας αφήσουμε την άμεση δημοκρατία να ριζώσει, ας δημιουργήσουμε μια πραγματικά δημοκρατική κοινωνία, ας εφαρμόσουμε τη δημοκρατία στους χώρους δουλειάς, μέσω της αυτοδιαχείρισης και της συνεργατικότητας, ας αντικαταστήσουμε την κοινωνική ιεραρχία από οριζόντιες δομές, ας επιβάλουμε την εξίσωση των μισθών και των εισοδημάτων, ας βάλουμε πλαφόν στις αποταμιεύσεις, ας βγούμε από τον φαύλο κύκλο της ανάπτυξης και της μαζικής κατανάλωσης, υιοθετώντας ολιγαρκείς συνήθειες –ας εγκαθιδρύσουμε, εν ολίγοις, μια δημοκρατική, εξισωτική και οικολογική κοινωνία και τότε, αφού την αφήσουμε να λειτουργήσει για κάποια χρόνια και να παράξει μια νέα κουλτούρα και έναν νέο τύπο ανθρώπου, ας την κρίνουμε με κάθε αυστηρότητα.
Άμεση δημοκρατία και λούμπεν αντικρατισμός
Η πλήρης, άλλωστε, απαξίωση της άμεσης δημοκρατίας βάσει μιας αναφοράς σε μια ρατσιστικής έμπνευσης απόφαση –η οποία δε λήφθηκε καν με πραγματικά αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες!- συνιστά λογικό άλμα τρίτου βαθμού. Το ότι κάποιοι γονείς αποφάσισαν «να πάρουν την κατάσταση στα χέρια τους» και να λάβουν την απόφαση που έλαβαν, δε συνεπάγεται απαραιτήτως κάτι για την άμεση δημοκρατία. Η τραμπούκικη λογική του «παίρνω τον νόμο στα χέρια μου» δεν έχει τίποτε κοινό με την άμεση δημοκρατία. Διότι, πολύ απλά, άμεση δημοκρατία και αυτόνομα, δημοκρατικά κοινωνικά κινήματα, είναι τα κινήματα που υποστηρίζουν ένα μίνιμουμ δημοκρατικών διεκδικήσεων, όχι απλώς οτιδήποτε ξεφεύγει από τα πλαίσια της λειτουργίας των κατεστημένων θεσμών, το «χάος της βάσης» του ΔΜ.
Η «αυτοοργάνωση» των φασιστικών ομάδων στο κέντρο της Αθήνας, οι κάτοικοι που παλιότερα «έπαιρναν το νόμο στα χέρια τους» ενάντια στους μετανάστες, οι φανατικοί μουσουλμάνοι που σχεδόν εφαρμόζουν τη σαρία σε υποβαθμισμένες συνοικίες μεγάλων ευρωπαϊκών πόλεων δεν είναι μορφές αμεσοδημοκρατικής κινητοποίησης, αλλά μαφιόζικες ή τραμπούκικες πρακτικές, που δεν αμφισβητούν σε τίποτε την ολιγαρχική δομή των σημερινών κοινωνιών. Το ότι παρακάμπτουν το επίσημο δίκαιο και ακολουθούν έκνομες πρακτικές, δεν μας λέει τίποτε από μόνο του για το πολιτικό πρόσημο αυτών των κινήσεων[4]. Αντίστοιχα, διάφορα ψευτό-κινήματα ή πρωτοβουλίες «βάσης» (κατά το αγγλικό grassroots), που είτε στηρίζονται και χρηματοδοτούνται από κόμματα και κατεστημένα συμφέροντα (όπως το Tea Party στις ΗΠΑ), είτε αναπτύσσονται ως φιλολαϊκή βιτρίνα μέσα στα πλαίσια γραφειοκρατικών οργανισμών (οι δήθεν εκλογές πολιτικών αρχηγών «από τη βάση» κ.λπ.), έχουν τόση σχέση με την άμεση δημοκρατία όσο το αγελαδίσιο βλέμμα του ΔΜ με αυτό ενός ανθρώπου ικανού να σκέφτεται στοιχειωδώς.
Άμεση δημοκρατία σημαίνει, πρώτα και κύρια, κατάργηση των κοινωνικών ιεραρχιών και διακρίσεων κάθε τύπου –ρητών ή άρρητων- και ισοκατανομή της εξουσίας και αυτόνομη δράση της περίφημης «βάσης», η οποία, πολύ απλά, παύει να είναι τέτοια, καθώς σπάει τα οργανωτικά και θεσμικά πλαίσια εντός των οποίων υπάρχουν διαχωρισμοί βάσης-ανώτερης ιεραρχίας. Βλέπουν οι αρθρογράφοι μας τίποτε τέτοιο σε όλα αυτά τα τραμπούκικα εγχειρήματα με τους αρχηγίσκους και τους ηγετίσκους τους που αποφασίζουν στο όνομα όλων και τους υπόλοιπους που απλώς χειροκροτούν και ακολουθούν; Ή μήπως το ανακαλύπτουν στις στημένες εκλογές πολιτικών αρχηγών με σοβιετικά ποσοστά (99,9% κ.λπ.) και στην ακύρωση έστω και αυτών των υποτυπωδών διαδικασιών από τους μηχανισμούς, όταν δουν ότι δεν τους συμφέρει το αποτέλεσμα[5]; Τι σχέση έχουν όλα αυτά με την άμεση δημοκρατία; Υπάρχει πουθενά, σε όλα αυτά, ανοιχτός διάλογος, συζήτηση, σεβασμός της έκφρασης όλων των απόψεων; Πόθεν προέρχεται το σόφισμα ότι η άμεση δημοκρατία είναι το «χάος της βάσης» ή η δικτατορία της πλειοψηφίας, δηλαδή του όχλου (ή, για τους πιο ψαγμένους: ενός κρυμμένου ολιγαρχικού πυρήνα που καμώνεται την πλειοψηφία); Η άμεση δημοκρατία βασίζεται στην αρχή της πλειοψηφίας, ως τρόπος λήψης των αποφάσεων. Αυτό όμως πόρρω απέχει από το να μετατρέπεται σε μορφή κυριαρχίας μιας παγιωμένης πλειοψηφίας και κάποιου μυστηριώδους όχλου που διψάει για αίμα[6]. Προφανώς, βέβαια, και κάτι τέτοιο μπορεί να συμβεί κι έχει συμβεί ιστορικά. Όμως κάτι τέτοιο δεν είναι διακριτικό γνώρισμα μόνο της άμεσης δημοκρατίας, άρα δε στοιχειοθετεί κατηγορητήριο εναντίον της.
Η αντίληψη δε πως η δημοκρατία συνιστά μια «δικτατορία της πλειοψηφίας», μέσα στην αφέλειά της λέει αυτό που θέλει να πει: πως αυτοί που αντιμάχονται την άμεση δημοκρατία, το κάνουν επειδή κατά βάθος πολιτικά προτιμούν την «δικτατορία της μειοψηφίας» έναντι της πλειοψηφίας (πράγμα φυσικά που λέγεται με πιο κομψό τρόπο: «εγγυήσεις», «μηχανισμοί ελέγχου και εξισορρόπησης» κ.λπ.), παρά το αντίστροφο, είτε αυτή η μειοψηφία έχει ένα πιο ανθρώπινο περίβλημα όπως γίνεται με τα φιλελεύθερα καθεστώτα, είτε ένα πιο απάνθρωπο και αυταρχικό, όπως στις περιπτώσεις ανελεύθερων ολιγαρχιών.
Η λανθασμένη θεωρία των δικλείδων ασφαλείας
Το συμπέρασμα είναι ότι το κλασικό σχήμα λειτουργίας κόμματος, με τις τοπικές οργανώσεις, τους εκλέκτορες, το συνέδριο, μια κεντρική επιτροπή και ένα πολιτικό γραφείο λειτουργεί καλύτερα, προσφέρει εγγυήσεις, διαθέτει μηχανισμούς ελέγχου και εξισορρόπησης και, τελικά, ίσως να είναι και πιο αντιπροσωπευτικό από το χάος της βάσης. Μάλλον η άμεση δημοκρατία είναι ακόμη μία από τις φούσκες της εποχής μας.
Δ. Μητρόπουλος
Ας πάμε τώρα στην κορωνίδα της επιχειρηματολογίας των φιλελεύθερων πολέμιων της άμεσης δημοκρατίας. Πρόκειται για μια κοινοτοπία την οποία θεωρητικοί της δημοκρατίας, όπως, π.χ., ο Καστοριάδης[7], έχουν επανειλημμένως αναλύσει και κριτικάρει: «χρειαζόμαστε ιεραρχικούς θεσμούς, ώστε να ενεργούν μεσολαβητικά και να αμβλύνουν τις απόψεις της βάσης, επιτρέποντάς μας, έτσι, να αποφεύγουμε τις ακραίες απόψεις και προτάσεις». Ωραίο ακούγεται στη θεωρία. Δε βλέπουμε όμως σε τι εμπόδισε, π.χ., το κοινοβουλευτικό σύστημα της Βαϊμάρης (και μάλιστα στην τελευταία φάση του, από το 1930 ως το 1933, όταν είχε καταστεί ακόμα πιο συγκεντρωτικό και προεδροκεντρικό, δίνοντας τη δυνατότητα στον πρόεδρο, βάσει του περίφημου άρθρου 48 του Συντάγματος του 1919, να κυβερνά με διατάγματα) τους γερμανούς ψηφοφόρους να φέρουν τον Χίτλερ στην εξουσία. Ούτε αντιλαμβανόμαστε πώς εμπόδισε το κοινοβουλευτικό σύστημα των ΗΠΑ τη διαιώνιση ενός είδους απαρτχάιντ που βασιζόταν σε νόμους και διατάξεις ρατσιστικού τύπου έως το 1964.
Η ιδέα πως οι ολιγαρχικές μορφές διακυβέρνησης μπορούν να δράσουν ως δικλείδες ασφαλείας, που θα μας προφυλάξουν από τις παρεκτροπές ενός ανεξέλεγκτου πλήθους, είναι παντελώς ανιστόρητη. Τα μεγαλύτερα εγκλήματα της ανθρώπινης ιστορίας δεν έχουν γίνει από αμεσοδημοκρατικά όργανα και θεσμούς (έστω αναλογικά, όποτε αυτά μπόρεσαν να έχουν κάποια εξουσία), ούτε, γενικότερα, υπό οχλοκρατικού (άρα «δημοκρατικού» για τους ιδεολόγους μας) τύπου συνθήκες (όπως, π.χ., οι σφαγές κρατουμένων τον Σεπτέμβριο του 1792 στο Παρίσι, κατά τη Γαλλική Επανάσταση). Έχουν γίνει, αντίθετα, από ολιγαρχικά και δεσποτικά συστήματα, όπου οι αποφάσεις μιας μικρής ολιγαρχίας (στην περίπτωση του ολοκληρωτισμού πρόκειται απλώς για έναν στενό κύκλο ή ακόμα και για τον ίδιο τον Αυτοκράτη), δεν ελέγχονται από κανέναν, ακριβώς εξαιτίας του γεγονότος ότι λαμβάνονται από μια ολιγαρχία, η οποία, ως τέτοια, ελέγχει τον κρατικό μηχανισμό κι έχει τη δυνατότητα να επιβάλλεται σε όποιον της αντιστέκεται.
Κι αυτό, φυσικά, δεν ισχύει μόνο για τα ολοκληρωτικά ή δεσποτικά καθεστώτα: έχουμε δει ιστορικά ότι, όταν, π.χ., ένα φιλελεύθερο κράτος αποφασίζει να κηρύξει πόλεμο, πολύ συχνά περιστέλλει τις πολιτικές ελευθερίες και τα δικαιώματα των πολιτών του, για να περιορίσει τις αντιδράσεις όσων διαφωνούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Γαλλία, κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όπου οι αντιδημοκρατικές διατάξεις που η κυβέρνηση ψήφισε κατά τα έτη 1939-1940 (όπως η απαγόρευση του ΚΚ), όπως βέβαια και ο τρόπος με τον οποίο κυβερνιόταν η χώρα (μέσω προεδρικών διαταγμάτων και παράκαμψης της νομοθετικής εξουσίας), έθεσαν τις νομικές βάσεις στις οποίες πάτησε στη συνέχεια το αυταρχικό καθεστώς του Βισύ. Πιο πρόσφατα, μπορούμε να θυμηθούμε την καταστολή που ασκήθηκε στις ΗΠΑ ενάντια σε όσους αντιδρούσαν στον πόλεμο του Βιετνάμ (και νωρίτερα –ας μην το ξεχνάμε!- σε όσους αντιδρούσαν στους ρατσιστικούς νόμους). Πώς λοιπόν μπορούμε να αντισταθούμε στα εγκλήματα που διαπράττει ένα φιλελεύθερο καθεστώς; Μας λένε κάτι επ’ αυτού τα δεκάδες πτώματα των αλγερινών διαδηλωτών που η παρισινή αστυνομία πέταξε στον Σηκουάνα, τη νύχτα της 17ης Οκτωβρίου 1961, μετά από μια διαδήλωση ενάντια στη γαλλική κατοχή της Αλγερίας;
Γιατί μια άμεση δημοκρατία, όπου μπορούμε όλοι και όλες να τοποθετηθούμε επί ίσης βάσης πάνω στα φλέγοντα ζητήματα και να συμμετάσχουμε εξίσου στη διαμόρφωση των αποφάσεων –ασχέτως, αν τελικά, περάσει η άποψή μας-, να μη θεωρείται το κατεξοχήν πολίτευμα του κοινωνικού ελέγχου και της εξομάλυνσης των πιο «ακραίων» και θερμόαιμων απόψεων; Γιατί μια άμεση δημοκρατία όπου τα πόστα είναι ανακλητά, να μη θεωρείται ως το πολίτευμα που προσφέρει πολύ περισσότερες δικλείδες ασφαλείας ενάντια στην κατάχρηση εξουσίας από τους όποιους αξιωματούχους; Μαλάκας ήταν ο Αριστοτέλης που έλεγε (στα Πολιτικά) πως το βασικό επιχείρημα υπέρ της (άμεσης) δημοκρατίας είναι ότι συνδυάζει πολύ περισσότερες απόψεις άρα –προσθέτουμε εμείς- μπορεί να περιορίζει την αναγωγή της τρέλας του δικτάτορα ή των εμμονών και της στενοκεφαλιάς ενός κοινοβουλευτικού πολιτικού προσωπικού σε αποκλειστικό παράγοντα διαμόρφωσης των αποφάσεων;
Η τραγικότητα της δημοκρατίας και οι αντιστάσεις που προκαλεί
Φυσικά όλες αυτές οι ενστάσεις απέναντι ακόμα και στην πιο περιορισμένη προσπάθεια εγκαθίδρυσης κάποιου είδους αμεσοδημοκρατικών θεσμών αναδεικνύουν ένα ουσιαστικό ζήτημα: τον τραγικό χαρακτήρα της δημοκρατίας (της πραγματικής, της άμεσης, δηλαδή, δημοκρατίας) ως κοινωνικού καθεστώτος. Τραγικότητα που έγκειται στο γεγονός ότι επιλέγουμε τη δημοκρατία γνωρίζοντας πως είναι ένα πείραμα που μπορεί να αποτύχει. Έχουμε επίγνωση των ρίσκων που αναλαμβάνουμε και δεν τρέφουμε ψευδαισθήσεις. Ξέρουμε πως ό,τι είναι να γίνει θα γίνει από εμάς τους ίδιους και τις ίδιες, καθώς έχουμε επιλέξει να μην αναθέτουμε σε τρίτους τη διακυβέρνησή μας. Οπότε ενδέχεται να κάνουμε και λάθη. Όμως κάτι τέτοιο ισχύει για κάθε είδος συλλογικής οργάνωσης, (αμεσο)δημοκρατική ή όχι.
Διότι τελικά πρόκειται για τον ίδιο τον τραγικό χαρακτήρα της ανθρώπινης ύπαρξης εν γένει: δεν υπάρχει ούτε ο Θεός, ούτε το αόρατο χέρι του Άνταμ Σμιθ, ούτε οι «σιδερένιοι νόμοι της Ιστορίας», ούτε οι νόμοι της ελεύθερης αγοράς για να μας προστατέψουν από την ίδια μας την υπερβολή και την ύβρη. Αυτό ακριβώς προσπαθούν να κρύψουν οι υποστηρικτές της ρητορείας γύρω από τις δικλείδες ασφαλείας που υποτίθεται ότι μας παρέχει το κοινοβουλευτικό σύστημα: ότι ο κίνδυνος παρεκτροπής υπάρχει πάντοτε και όχι μόνο μέσα σε ένα αμεσοδημοκρατικό καθεστώς. Η διαφορά της δημοκρατίας είναι ότι καθιστά αυτόν τον κίνδυνο ρητό, ότι αρνείται να τον αποσιωπήσει και ότι ωθεί τα μέλη της να βασίσουν την πολιτική τους διαμόρφωση και κουλτούρα σε αυτήν την επίγνωση[8]. Γι’ αυτό και συνιστά το κατεξοχήν πολίτευμα της υπευθυνότητας και του αυτοπεριορισμού: άρα ένα πολίτευμα δύσκολο και απαιτητικό.
Λογικό είναι απέναντι σε μια τέτοια προοπτική ο σύγχρονος άνθρωπος, τρυφηλός και βολεμένος στη θαλπωρή των καταναλωτικών του ανέσεων, να φοβάται και να αντιδρά. Τρελοί είμαστε τώρα να μπαίνουμε σε ιστορίες για την ελευθερία και την ισότητα; Ποιος χέστηκε γι’ αυτές; Καλά δεν είμαστε κι έτσι; Εντάξει, μπορεί το αφεντικό να μας βγάζει λίγο την πίστη στη δουλειά με τις απλήρωτες υπερωρίες, αλλά όλα τα άλλα εντάξει δεν είναι; Μια χαρά ελευθερία έχουμε: τώρα με το i–Phone 5 και τα 4G δίκτυα μπορώ να έχω πρόσβαση στο Ίντερνετ όπου και να ‘μαι: αυτό είναι η πραγματική ελευθερία! Δεν με περιορίζει τίποτε!
Είναι προφανές ότι αν βλέπουμε έτσι τα πράγματα, δεν έχει νόημα να επιχειρηματολογούμε υπέρ της ελευθερίας. Διότι ελευθερία είναι η ισότιμη πολιτική συμμετοχή στη διαμόρφωση και τη λήψη των αποφάσεων. Αυτό θα πει ελευθερία, γνήσια, θετική ελευθερία. Τα υπόλοιπα είναι φιοριτούρες και στάχτη στα μάτια. Αν όμως θέλουμε αυτήν την πραγματική ελευθερία, χρειάζονται κόπος, αγώνες και στερήσεις. Δεν είναι εύκολο πράγμα η ελευθερία. Χρειάζονται ρίσκα και επίγνωση ότι τίποτε δε μας είναι ούτε εγγυημένο ούτε υποσχεμένο.
Και καλόν είναι αυτό να αρχίσουν να το χωνεύουν σιγά σιγά κι οι πολέμιοι της άμεσης δημοκρατίας. Διότι η κοινωνία της αφθονίας και της κατανάλωσης έχει φτάσει στο τέλος της. Αυτά που μάθαμε πρέπει να τα ξεχάσουμε: το επίπεδο ζωής θα πέσει κατακόρυφα, δικαιώματα και ιστορικές κοινωνικές κατακτήσεις θα κόβονται, τα δίκτυα προστασίας και οι μαφίες (χαρακτηριστικό παράδειγμα η Χρυσή Αυγή) θα οργιάζουν και τότε να δούμε τι θα λένε οι φιλελεύθεροί μας για τα κακά της άμεσης δημοκρατίας και της υπερβολικής ελευθερίας που οδηγεί στην ανομία. Οι συντηρητικοί συνάδελφοί τους, που βάσει παρόμοιων επιχειρημάτων στήριξαν τον φασισμό και τον ναζισμό (για να χτυπήσουν το εργατικό κίνημα), τραβούσαν τα μαλλιά τους για πολύ καιρό μετά το ’22 και το ’33. Προφανώς, όμως, αυτό δεν έχει γίνει μάθημα σε κανέναν, εδώ στις παραμεθόριες επαρχίες της παρακμάζουσας δυτικής αυτοκρατορίας…
Παράλληλα, η μελέτη των κειμένων φανερώνει μια μεγάλη απόκλιση της θεωρίας από τη δημοκρατική πράξη. Ενώ ο Πλάτων είναι γνωστό ότι δεν υπήρξε δημοκράτης, για τον Αριστοτέλη όμως επικρατεί στην έρευνα η άποψη ότι είναι περισσότερο ευνοϊκός απέναντι στην δημοκρατία από ό,τι ο δάσκαλός του και γενικώς θεωρείται ως υποστηρικτής της λεγόμενης «μετριοπαθούς» δημοκρατίας. O δεύτερος στόχος του βιβλίου είναι η διερεύνηση των απόψεων του Αριστοτέλη απέναντι στη δημοκρατία και η προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσον αυτός είναι υποστηρικτής της δημοκρατίας. Αυτό που αναδεικνύεται είναι η κριτική στάση του έναντι της δημοκρατίας σε βασικούς θεσμούς και πρακτικές της, σε ουσιώδεις αρχές και επιχειρήματά της, ορεσμένες φορές χωρίς επιχειρήματα και με ιδεολογική σκοπιμότητα. Οι απόψεις του Αριστοτέλη, όπως και του Πλάτωνα, διαμόρφωσαν στους μεταγενέστερους ένα κλίμα αρνητικό απέναντι στην άμεση δημοκρατία, με συνέπεια οι σύγχρονοι να αναζητούν λύσεις των πολιτικών και ηθικών αιτημάτων στα αριστοτελικά κείμενα. Η προοπτική που υπερασπίζεται το βιβλίο αυτό είναι η επανεκτίμηση της δημοκρατίας, η ανάδειξη των επιχειρημάτων και των ιδεών της, όχι ως προτύπου ή μοντέλου προς αντιγραφή και μίμηση, αλλά ως οδηγητικού μίτου για έξοδο από τον λαβύρινθο της σύγχρονης πολιτικής τελμάτωσης. Το βιβλίο συνεπώς δεν έχει μόνο ενδιαφέρον ιστορικό ή φιλοσοφικό αλλά και πολιτικό: αφορά και τη σημερινή πραγματικότητα και κομίζει μια άλλη πολιτική πρόταση, που μπορεί να αποτελέσει βάση για τη σημερινή συζήτηση.
Ναι έτυχε να ξεκινήσουμε την Δημοκρατία αλλά δεν προλάβαμε να την εξελίξουμε εξ αιτίας του τριακονταετούς πολέμου, των Ρωμαίων και τέλος, των χριστιανών της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Όσο για τα χρόνια της ΑθηναΪκής Δημοκρατίας οι δημαγωγοί ήταν οι ρυθμιστές των αποφάσεων της εκκλησίας του δήμου και αν σήμερα μιλάμε για τον Περικλή, έτυχε επειδή κάποιοι δολοφόνησαν τον επικρατέστερό του, τον Εφιάλτη. Εν ολίγοις αν η δημοκρατία χρειάζεται ηγέτη, είναι δημοκρατία?
. Κεντρικό χαρακτηριστικό της δημοκρατίας είναι η λήψη αποφάσεων με ψηφοφορία : των πολιτών, στην άμεση δημοκρατία , ή κάποιων αντιπροσώπων τους, στην αντιπροσωπευτική δημοκρατία .
Η άμεση δημοκρατία, γνωστή και υπό τον όρο καθαρή δημοκρατία, αποτελεί έναν τύπο δημοκρατίας και θεωρίας πολιτικών δικαιωμάτων όπου η εξουσία εδράζεται στη συνέλευση όλων των πολιτών που συμμετέχουν σε αυτήν. Αναλόγως με το σύστημα που ισχύει κάθε φορά, η συνέλευση μπορεί να έχει εκτελεστικές εξουσίες, νομοθετικές αρμοδιότητες, να ορίζει και να απολύει αξιωματούχους, καθώς και να δικάζει. Η άμεση δημοκρατία χρησιμοποιείται ως όρος κατ’ αντιδιαστολή με την αντιπροσωπευτική δημοκρατία (ή έμμεση δημοκρατία), όπου η εξουσία ασκείται από μια ομάδα ανθρώπων, που συνήθως επιλέγεται μέσα από εκλογές ανάδειξης αντιπροσώπων. Ιστορικά εμφανίστηκε πρώτα η άμεση δημοκρατία και ακολούθησε, μετά από περίπου δύο χιλιετίες, η έμμεση.
Λέγεται ότι μέσα σε ένα σύγχρονο έθνος δεν μπορεί να υπάρξει άμεση δημοκρατία. Γιατί δε μπορεί να υπάρξει άμεση δημοκρατία σε μια πόλη, ας πούμε 100.000 κατοίκων, δηλαδή 50.000 ενεργών πολιτών; Δεν τίθεται θέμα διαστάσεων, εφόσον στην Αθήνα αυτή η δημοκρατία ήταν δυνατή, παρ όλο που η πόλη είχε 40.000 ενεργών πολιτών. Στην πραγματικότητα όμως κανείς δε θέτει το ερώτημα από αυτή τη σκοπιά… Το επιχείρημα των διαστάσεων είναι λοιπόν απολύτως σοφιστικό και κακόπιστο.
Το Ελληνικό Κίνημα Άμεσης Δημοκρατίας (ΕΚΑΔ) που ολοκληρώθηκε τυπικά το 2009 με τη συμμετοχή του στις Ευρωεκλογές, μετά από 15 χρόνια συστηματικής αυτοοργάνωσης με αμεσοδημοκρατικό τρόπο και με σκοπό την τεκμηρίωση και την προώθηση των ιδεών και των αρχών της άμεσης δημοκρατίας κατάφερε έκτοτε με δυναμικούς αγώνες στα πλαίσια των κινητοποιήσεων των πολιτών να αναδείξει πρωτοποριακές ιδέες και εφαρμογές για τη συμμετοχή των πολιτών στη λήψη των αποφάσεων που τους αφορούν. Αφού κατορθώσαμε να συνεγείρουμε διάφορες συλλογικές προσπάθειες σε δράσεις που εισηγηθήκαμε, όπως το Λαοδικείο της «Νέας Ηλιαίας», το Δίκτυο Διαλόγου και Δράσεων «Συσπείρωση για τη Δημοκρατία» και το «Δημοβούλιο Πολιτών» και έχοντας ολοκληρώσει μια πολυετή πορεία δημιουργικής πολιτικής έκφρασης και μαχητικών αγώνων είμαστε υποχρεωμένοι να εξετάσουμε την κοινωνική και πολιτική κατάσταση με βάση τις δύο πρόσφατες λαϊκές ετυμηγορίες του Μαΐου – Ιουνίου 2012, όπως διαμορφώθηκαν στα ασφυκτικά πλαίσια πολιτικής που επιβάλουν οι θεσμοί της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας («Ρεπούμπλικας»).
Παραδείγματος χάριν: Στην Πλατεία Ν. Σμύρνης γλίστρησε και έπεσε ένας κύριος ηλικιωμένος και ενώ κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί του, ένας νεαρός τον πλησίασε με ενδιαφέρον για να τον βοηθήσει και να τον ρωτήσει άν κάτι χρειάζεται. Ο ηλικιωμένος τον ευχαρίστησε και τον ρώτησε από που άντλησε το ενδιαφέρον του για εκείνον, ο νεαρός δεν απάντησε, μάλλον είπε, “αφήστε μη ρωτάτε για μένα” και ο ηλικιωμένος πρόσεξε το μπλουζάκι με το σήμα της Χρυσής Αυγής. Τότε ο νεαρός του είπε: είμαι υπέυθυνος στην πλατεία Ν. Σμύρνης για τα ατυχήματα που μπορεί να συμβαίνουν.” Αυτό θα πεί κατάλυση της δημοκρατίας. Ποιά συνέλευση κατοίκων, ή ποιός εκλεγμένος Δήμαρχος από το Λαό έχει δώσει γραπτή άδεια στο συγκεκριμένο κόμμα να αναθέτει στα μέλη του τέτοιες θεάρεστες κατά τα άλλα πράξεις. Μπράβο στον νεαρό για την χριστιανική του συμπεριφορά, αλλά θα τον παραδεχόμουνα αν το είχε κάνει χωρίς κανένα σήμα στο μπλουζάκι του, και για κανέναν άλλο, παρά μόνο επειδή του το υπαγορέυει η ανθρώπινη συνείδηση, που πρέπει να γίνει το μοναδικό αφεντικό του καθένα μας. Για όσους την έχουν ακόμα, για όσους παλέυουν να μη την χάσουν με τόσους “χριστιανικούς” ηγέτες που θέλουν να τους μιμηθούμε σαν πίθηκοι Δαρβινικοί. Ο ηλικιωμένος σκέφτεται να μην ξαναπεράσει από εκεί και γλιστρήσει, γιατί θα πρέπι να πει κι ευχαριστώ, σε όποιον πάει να τον “σώσει” με το καλό πρόσωπο, και να σιωπήσει όταν με το κακό του πρόσωπο ο ίδιος ή ένας άλλος “σύντροφος” από το ίδιο κόμμα, θα πετσοκόψει έναν μετανάστη αν θα περάσει από την ίδια πλατεία και δεν θα του αρέσει η μούρη του).
Παράλληλα, η μελέτη των κειμένων φανερώνει μια μεγάλη απόκλιση της θεωρίας από τη δημοκρατική πράξη. Ενώ ο Πλάτων είναι γνωστό ότι δεν υπήρξε δημοκράτης, για τον Αριστοτέλη όμως επικρατεί στην έρευνα η άποψη ότι είναι περισσότερο ευνοϊκός απέναντι στην δημοκρατία από ό,τι ο δάσκαλός του και γενικώς θεωρείται ως υποστηρικτής της λεγόμενης «μετριοπαθούς» δημοκρατίας. O δεύτερος στόχος του βιβλίου είναι η διερεύνηση των απόψεων του Αριστοτέλη απέναντι στη δημοκρατία και η προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσον αυτός είναι υποστηρικτής της δημοκρατίας. Αυτό που αναδεικνύεται είναι η κριτική στάση του έναντι της δημοκρατίας σε βασικούς θεσμούς και πρακτικές της, σε ουσιώδεις αρχές και επιχειρήματά της, ορεσμένες φορές χωρίς επιχειρήματα και με ιδεολογική σκοπιμότητα. Οι απόψεις του Αριστοτέλη, όπως και του Πλάτωνα, διαμόρφωσαν στους μεταγενέστερους ένα κλίμα αρνητικό απέναντι στην άμεση δημοκρατία, με συνέπεια οι σύγχρονοι να αναζητούν λύσεις των πολιτικών και ηθικών αιτημάτων στα αριστοτελικά κείμενα. Η προοπτική που υπερασπίζεται το βιβλίο αυτό είναι η επανεκτίμηση της δημοκρατίας, η ανάδειξη των επιχειρημάτων και των ιδεών της, όχι ως προτύπου ή μοντέλου προς αντιγραφή και μίμηση, αλλά ως οδηγητικού μίτου για έξοδο από τον λαβύρινθο της σύγχρονης πολιτικής τελμάτωσης. Το βιβλίο συνεπώς δεν έχει μόνο ενδιαφέρον ιστορικό ή φιλοσοφικό αλλά και πολιτικό: αφορά και τη σημερινή πραγματικότητα και κομίζει μια άλλη πολιτική πρόταση, που μπορεί να αποτελέσει βάση για τη σημερινή συζήτηση.
Πιο συγκεκριμένα: – Ο κ. Αργύρης Μαρινάκης ξεκίνησε με μια αναδρομή στις ρίζες της αυθεντικής Δημοκρατίας στην αρχαία Ελλάδα. – Τη σκυτάλη πήρε ο Μηνάς Παπαγεωργίου (μέλος της ομάδας Gateway), που αναφέρθηκε στο αμεσοδημοκρατικό κίνημα της Ευρώπης, αλλά και στις δυνατότητες ανάπτυξη αμεσοδημοκρατικών θεσμών μέσω του διαδικτύου. – Στη συνέχεια τον λόγο πήρε ο αρχιτέκτονας και συντελεστής του προγράμματος “ΠΕΡΙΚΛΗΣ” κ. Γιάννης Πικροδημήτρης, ο οποίος και αναφέρθηκε στη σημασία εφαρμογής του ΠΕΡΙΚΛΗ στην τοπική αυτοδιοίκηση της χώρας μας. – Τον κύκλο των εισηγήσεων έκλεισε ο συντονιστής της ΜΚΟ “Βήμα για Δημοκρατία Πολιτών” κ. Γιώργος Κόκκας, που αναφέρθηκε στις προσπάθειες διάδοσης της ιδέας της άμεσης δημοκρατίας στη χώρα μας τα προηγούμενα χρόνια.
Παραδείγματος χάριν: Στην Πλατεία Ν. Σμύρνης γλίστρησε και έπεσε ένας κύριος ηλικιωμένος και ενώ κανείς δεν ασχολήθηκε μαζί του, ένας νεαρός τον πλησίασε με ενδιαφέρον για να τον βοηθήσει και να τον ρωτήσει άν κάτι χρειάζεται. Ο ηλικιωμένος τον ευχαρίστησε και τον ρώτησε από που άντλησε το ενδιαφέρον του για εκείνον, ο νεαρός δεν απάντησε, μάλλον είπε, “αφήστε μη ρωτάτε για μένα” και ο ηλικιωμένος πρόσεξε το μπλουζάκι με το σήμα της Χρυσής Αυγής. Τότε ο νεαρός του είπε: είμαι υπέυθυνος στην πλατεία Ν. Σμύρνης για τα ατυχήματα που μπορεί να συμβαίνουν.” Αυτό θα πεί κατάλυση της δημοκρατίας. Ποιά συνέλευση κατοίκων, ή ποιός εκλεγμένος Δήμαρχος από το Λαό έχει δώσει γραπτή άδεια στο συγκεκριμένο κόμμα να αναθέτει στα μέλη του τέτοιες θεάρεστες κατά τα άλλα πράξεις. Μπράβο στον νεαρό για την χριστιανική του συμπεριφορά, αλλά θα τον παραδεχόμουνα αν το είχε κάνει χωρίς κανένα σήμα στο μπλουζάκι του, και για κανέναν άλλο, παρά μόνο επειδή του το υπαγορέυει η ανθρώπινη συνείδηση, που πρέπει να γίνει το μοναδικό αφεντικό του καθένα μας. Για όσους την έχουν ακόμα, για όσους παλέυουν να μη την χάσουν με τόσους “χριστιανικούς” ηγέτες που θέλουν να τους μιμηθούμε σαν πίθηκοι Δαρβινικοί. Ο ηλικιωμένος σκέφτεται να μην ξαναπεράσει από εκεί και γλιστρήσει, γιατί θα πρέπι να πει κι ευχαριστώ, σε όποιον πάει να τον “σώσει” με το καλό πρόσωπο, και να σιωπήσει όταν με το κακό του πρόσωπο ο ίδιος ή ένας άλλος “σύντροφος” από το ίδιο κόμμα, θα πετσοκόψει έναν μετανάστη αν θα περάσει από την ίδια πλατεία και δεν θα του αρέσει η μούρη του).
Σ. Μουφ: Εν τάχει… Θα ήθελα να διευκρινίσω αυτό που ήθελα να πω, καθώς συμφωνώ απόλυτα με την απάντησή σας. Δε θέλω σε καμία περίπτωση να υπερασπιστώ το αντιπροσωπευτικό σύστημα όπως είναι σήμερα, καθώς είναι σαφές ότι το ερώτημα εδώ αφορά τα ιδιωτικά συμφέροντα. Ποιό θα ήταν, λοιπόν, αυτό το μελλοντικό δημοκρατικό καθεστώς, για το οποίο θέλουμε να αγωνιστούμε; Εγώ πιστεύω ότι δε θα ήταν σε καμία περίπτωση ένα καθεστώς άμεσης δημοκρατίας, μέσα στο οποίο το ερώτημα γύρα από το οποία θα αναπτυσσόταν η σύγκρουση δε θα ήταν οι διαφορές συμφερόντων, αλλά η αντιπαράθεση διαφορετικών ερμηνειών του κοινού καλού. Διότι πιστεύω – αυτό άλλωστε έλεγε κι ο Αλέν -, ότι η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στη σύγχρονη πραγματικότητα και την κατάσταση που επικρατούσε στην αρχαιότητα, είναι το ζήτημα της ομοιογένειας, το ζήτημα του πλουραλισμού, κάτι που σημαίνει ότι δε μπορούμε να θεωρούμε ως αυτονόητο -self evident που λέμε και στα αγγλικά – πως υπάρχει μόνο μία ή απλώς μία ερμηνεία του γενικού συμφέροντος, πιο σωστή από κάποια άλλη. Συμφωνώ απόλυτα μαζί σας σε ό,τι έχει να κάνει με την κριτική της σύγχρονης κοινωνίας. Όμως πιστεύω ότι η κοινωνία για την οποία θέλουμε να αγωνιστούμε θα ήταν μια κοινωνία όπου τα κόμματα θα έπαιζαν ένα διαφορετικό ρόλο και δε θα ήταν οι αντιπρόσωποι ιδιωτικών συμφερόντων, μια κοινωνία όπου όλο το ζήτημα θα παιζόταν γύρω από τις διαφορετικές αντιλήψεις για το κοινό καλό. Δεν υπάρχει μόνο μία σωστή ιδέα σχετικά με το γενικό συμφέρον στις διαφορετικές ερμηνείες. Όπως είναι προφανές, εδώ μιλάω για μια αντιπροσωπευτική δημοκρατία που δεν υπάρχει σήμερα.
Σε αυτό το φεστιβάλ οι θεματικές που επιλέχτηκαν έχουν να κάνουν με την επικαιροποίηση της άμεσης δημοκρατίας, των αντιδομών κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας και με τις αντιστάσεις στα σχέδια της καπιταλιστικής ανάπτυξης σε συνθήκες κρίσης. Είναι μια επιλογή που συγκεντρώνει και συμπυκνώνει κεντρικές συνιστώσες του πολιτικού προτάγματος για μια ριζική ανατροπή του καθεστώτος και ταυτόχρονα μια επανανοηματοδότηση της εξόδου από αυτό.
Παράλληλα, η μελέτη των κειμένων φανερώνει μια μεγάλη απόκλιση της θεωρίας από τη δημοκρατική πράξη. Ενώ ο Πλάτων είναι γνωστό ότι δεν υπήρξε δημοκράτης, για τον Αριστοτέλη όμως επικρατεί στην έρευνα η άποψη ότι είναι περισσότερο ευνοϊκός απέναντι στην δημοκρατία από ό,τι ο δάσκαλός του και γενικώς θεωρείται ως υποστηρικτής της λεγόμενης «μετριοπαθούς» δημοκρατίας. O δεύτερος στόχος του βιβλίου είναι η διερεύνηση των απόψεων του Αριστοτέλη απέναντι στη δημοκρατία και η προσπάθεια να απαντηθεί το ερώτημα κατά πόσον αυτός είναι υποστηρικτής της δημοκρατίας. Αυτό που αναδεικνύεται είναι η κριτική στάση του έναντι της δημοκρατίας σε βασικούς θεσμούς και πρακτικές της, σε ουσιώδεις αρχές και επιχειρήματά της, ορεσμένες φορές χωρίς επιχειρήματα και με ιδεολογική σκοπιμότητα. Οι απόψεις του Αριστοτέλη, όπως και του Πλάτωνα, διαμόρφωσαν στους μεταγενέστερους ένα κλίμα αρνητικό απέναντι στην άμεση δημοκρατία, με συνέπεια οι σύγχρονοι να αναζητούν λύσεις των πολιτικών και ηθικών αιτημάτων στα αριστοτελικά κείμενα. Η προοπτική που υπερασπίζεται το βιβλίο αυτό είναι η επανεκτίμηση της δημοκρατίας, η ανάδειξη των επιχειρημάτων και των ιδεών της, όχι ως προτύπου ή μοντέλου προς αντιγραφή και μίμηση, αλλά ως οδηγητικού μίτου για έξοδο από τον λαβύρινθο της σύγχρονης πολιτικής τελμάτωσης. Το βιβλίο συνεπώς δεν έχει μόνο ενδιαφέρον ιστορικό ή φιλοσοφικό αλλά και πολιτικό: αφορά και τη σημερινή πραγματικότητα και κομίζει μια άλλη πολιτική πρόταση, που μπορεί να αποτελέσει βάση για τη σημερινή συζήτηση.