Ονδούρα: Πανηγυρική καταδίκη του πρώην προέδρου της υδροηλεκτρικής εταιρείας για το φόνο της ακτιβίστριας το 2016 ● Ο στόχος του σίγουρα δεν επετεύχθη, καθώς από τον «σπόρο» της Μπέρτα φύτρωσαν χιλιάδες νέοι ακτιβιστές
«Η Μπέρτα δεν χάθηκε, πολλαπλασιάστηκε» ήταν το σύνθημα χιλιάδων πολιτών που συγκεντρώθηκαν μπροστά στο Ανώτατο Δικαστήριο της Ονδούρας για να γιορτάσουν την καταδίκη του Νταβίδ Καστίγιο Μεχία, πρώην πρόεδρου της εταιρίας DESA, για τη δολοφονία της ιθαγενούς προασπίστριας του περιβάλλοντος Μπέρτα Κάσερες.
Η DESA (Επιχείρηση Ενεργειακής Ανάπτυξης) είναι η κατασκευάστρια του υδροηλεκτρικού σταθμού Αγουα Σάρκα στον ποταμό Γουαλκάρκε. Μια επένδυση εναντίον της οποίας μαχόταν η Κάσερες λόγω των καταστροφικών συνεπειών που θα είχε σε αυτά τα εδάφη, τα οποία επιπλέον αποτελούν ιερό τόπο και μέσο επιβίωσης των ιθαγενών Λένκα. Είναι η πρώτη φορά που επικεφαλής επιχειρηματικού ομίλου καταδικάζεται ως συναυτουργός σε δολοφονία προασπιστών της γης, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την απόδοση ευθυνών και στους οικονομικούς και ηθικούς αυτουργούς ανάλογων εγκλημάτων.
Η Μπέρτα Κάσερες, ιδρύτρια και συντονίστρια του Copinh (Πολιτικό Συμβούλιο Λαϊκών και Ιθαγενικών Οργανώσεων της Ονδούρας), δολοφονήθηκε στις 2 Μαρτίου του 2016 στο σπίτι της από πυρά «αγνώστων». Οι δολοφόνοι έδρασαν ανενόχλητοι, παρότι υπήρχε εντολή για μέτρα προστασίας της από τη Διαμερικανική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων λόγω των συστηματικών απειλών που δεχόταν κατά της ζωής της. Εναν χρόνο πριν είχε τιμηθεί με το βραβείο Γκόλντμαν, το θεωρούμενο ως Εναλλακτικό Νόμπελ Περιβάλλοντος, ακριβώς για τους πολύχρονους αγώνες της κατά του σταθμού Αγουα Σάρκα.
«Μπουμπούκι» του στρατού των ΗΠΑ
Ο Καστίγιο συνελήφθη στο αεροδρόμιο Σαν Πέδρο Σούλα όταν επιχειρούσε να διαφύγει από την Ονδούρα. Πριν γίνει πρόεδρος της DESA ήταν αξιωματικός του ονδουριανού στρατού, εκπαιδευμένος στην περιώνυμη αμερικανική Στρατιωτική Ακαδημία του Γουέστ Πόιντ, προσόν που η εταιρεία εκτίμησε ως ιδιαίτερα χρήσιμο για αυτή τη θέση. Σύμφωνα με την Εισαγγελία, ο Καστίγιο εκμεταλλεύτηκε τις επαφές του με τον στρατό και τον υπόκοσμο για να οργανώσει τη δολοφονία της Κάσερες, επειδή ηγούνταν της καμπάνιας κατά του υδροηλεκτρικού σταθμού.
«Διέταξε τη δολοφονία της Κάσερες ως μέρος ενός σχεδίου για την εξάλειψη οποιουδήποτε εμποδίου απειλούσε τις εργασίες της DESA στον ποταμό Γουαλκάρκε, πανάρχαιο ιερό τόπο των ιθαγενών Λένκα» αποφάνθηκε το δικαστήριο, παραθέτοντας μηνύματα και συνομιλίες που αποκαλύπτουν τον ρόλο του στην οργάνωση του σχεδίου δολοφονίας και στην πληρωμή των εκτελεστών της.
Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, ο Καστίγιο ζήτησε από τον επικεφαλής ασφαλείας της DESA, Ντούγκλας Μπουστίγιο, -απόστρατος στρατιωτικός κι αυτός-, να οργανώσει τη δολοφονία της Κάσερες. Αυτός με τη σειρά του κατέφυγε στον φίλο του ταγματάρχη Ντίας Τσάβες, εκπαιδευτή της Στρατιωτικής Αστυνομίας και μέλος των ειδικών δυνάμεων, που ανέλαβε να προσλάβει τους δολοφόνους. Στον καθένα τους πρόσφεραν κάπου 2.200 δολάρια.
Ο Μπουστίγιο και ο Ντίας Τσάβες είναι ανάμεσα στους εφτά που το 2019 καταδικάστηκαν για τη δολοφονία της Κάσερες σε κάθειρξη 30 ετών. Ανάλογη αναμένεται να είναι και η ποινή για τον Καστίγιο, που θα ανακοινωθεί στις αρχές Αυγούστου.
«Είναι μια νίκη των λαών του κόσμου που μας συνόδευσαν σε αυτή τη διαδικασία της κοινότητας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της αλληλεγγύης» ήταν τα πρώτα λόγια της Μπέρτα Σούνιγα Κάσερες, κόρης της δολοφονημένης ακτιβίστριας, μόλις έγινε γνωστή η απόφαση. Διαβάζοντας ανακοίνωση του Copinh η Σούνιγα τόνισε πως «αυτή η καταδίκη σημαίνει ότι οι δομές της εξουσίας δεν κατάφεραν σε αυτή την περίπτωση να διαφθείρουν το σύστημα Δικαιοσύνης και ότι η εγκληματική δομή της οικογένειας Αταλα Σάμπλα, της οποίας όργανο είναι ο καταδικασμένος, δεν πέτυχε τους στόχους της». Ανακοινώνοντας παράλληλα πως θα προσφύγει στη Δικαιοσύνη και κατά της οικογένειας Αταλα Σάμπλα, ιδιοκτήτριας της DESA και μίας από τις κάπου 20 που ελέγχουν στην ουσία την οικονομία της χώρας.
Μετά την ανακοίνωση της απόφασης η οικογένειά της Μπέρτα Κάσερες και το Copinh ζήτησαν την άμεση ακύρωση της άδειας κατασκευής του φράγματος Αγουα Σάρκα και απαίτησαν ξανά «την εξάρθρωση των εγκληματικών δικτύων που διαιωνίζονται και που έδρασαν στη διάρκεια της δίκης επιχειρώντας να επιβάλουν την ατιμωρησία».
Ονδούρα, η κόλαση των οικολόγων
Η καταδίκη αυτή ήρθε μόλις λίγες μέρες μετά τη 12η επέτειο του πραξικοπήματος κατά του προέδρου Μανουέλ Σελάγια το 2009. Ενα πραξικόπημα το οποίο, όπως αποκάλυψαν και έγγραφα που διέρρευσαν στο WikiLeaks, έχαιρε της απόλυτης στήριξης των ΗΠΑ. Εκτοτε οι απειλές, επιθέσεις και δολοφονίες κατά όσων μάχονται για την προστασία του περιβάλλοντος, μαύρων και ιθαγενών ηγετών, γυναικών, της κοινότητας ΛΟΑΤΚΙ+ και δημοσιογράφων έχουν εκτοξευτεί. Ιδίως επί των δύο θητειών του πρόεδρου Χουάν Ορλάντο Ερνάντες, που παραμένει στενότατος σύμμαχος των ΗΠΑ, παρότι οι εισαγγελικές αρχές της Νέας Υόρκης τον φέρουν να έχει σχέσεις με καρτέλ: τον κατηγορούν ότι τα διευκόλυνε με το αζημίωτο στη διακίνηση ναρκωτικών.
Πρόκειται για μια ιστορική απόφαση που αποδεικνύει τις ευθύνες επιχειρηματικών ομίλων σε κατάφωρες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όταν θεωρούν ότι διακυβεύονται τα συμφέροντά τους, επισημαίνει το Copinh. Και αφορά όχι μόνο την Κάσερες, αλλά και πολλές ακόμη δολοφονίες προασπιστών του περιβάλλοντος σε αυτή τη χώρα, που σύμφωνα με τη Διαμερικανική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι «από τις πλέον εχθρικές και επικίνδυνες της ηπείρου για τους υπερασπιστές των ανθρωπίνων δικαιωμάτων».
Σύμφωνα με το κίνημα Vía Campesina, το 2020 δολοφονήθηκαν 12 ακτιβιστές για τα δικαιώματα της γης στην Ονδούρα, ενώ συνολικά στο διάστημα 2016-2020 εκτελέστηκαν 27. Οι δολοφονίες συνεχίστηκαν και φέτος με πιο πρόσφατη αυτή τον περασμένο Μάρτιο του επίσης ιθαγενή Λένκα και προασπιστή του περιβάλλοντος, Χουάν Κάρλος Σέρος Εσκαλάντε.
Ο 41χρονος πρόεδρος της Κινήματος Κατά του Υδροηλεκτρικού Σταθμού Ελ Τορνιγίτο δέχτηκε 40 σφαίρες ενώ κατευθυνόταν σπίτι με τα παιδιά του, με το Copinh να προειδοποιεί για τις ομοιότητες αυτής της δολοφονίας με εκείνης της Κάσερες. «Ακόμη ένα έγκλημα στο πλαίσιο του πολέμου που έχουν εξαπολύσει κάποιες επιχειρήσεις σε συνενοχή με τμήματα του κράτους, για να απαλλαγούν από όσους αντιτίθενται στα σχέδιά τους».
Πηγή:efsyn