H έξοδος από την κοινωνία της ανάπυξης είναι η έξοδος από τη δυναμική της ανισότητας
- November 16, 2012
- 0 comments
- 0
Συνέντευξη του Serge Latouche στην εφημερίδα diagonal
Μετάφραση από τα Ισπανικά: Δημήτρης Μαρκόπουλος
Ποια είναι η σχέση μεταξύ της ιδέας της αποανάπτυξης και της κριτικής της έννοιας της μεγέθυνσης;
Ανάπτυξη και μεγέθυνση είναι δύο λέξεις που συνήθως χρησιμοποιούνται αδιακρίτως, αν και εμπεριέχουν διαφορετικές νοηματικές αποχρώσεις. Γενικά, όταν μιλάμε για «ανάπτυξη» σκεφτόμαστε τις χώρες του Νότου, ενώ όταν μιλάμε για «μεγέθυνση» αναφερόμαστε περισσότερο στις χώρες του Βορρά, αλλά σε κάθε περίπτωση πρόκειται πάντα για την ίδια λογική της συσσώρευσης, της χρησιμότητας. Από την πτώση του τείχους του Βερολίνου και μετά ξεκινάει αυτό που ονομάζουμε παγκοσμιοποίηση, δηλαδή η πλήρης εμπορευματοποίηση ολόκληρου του κόσμου: μια μοναδική αγορά, μια μοναδική σκέψη. Και επομένως, αυτή τη στιγμή, η ανάπτυξη ως ένα σχέδιο του Βορρά για το Νότο, χάνει το νόημά της αφού υπάρχει μόνο μια οικονομία της αγοράς: είναι η λογική της αγοράς που απλώνεται παντού.
Και παραδόξως, η ανάπτυξη δεν εξαφανίζεται από τον ορίζοντα: ανανεώνεται με την προσθήκη του επιθέτου «βιώσιμη», γιατί την ίδια στιγμή ο κόσμος είναι ενοποιημένος αλλά και εγκλωβισμένος στην οικολογική κρίση. Και για να αντιμετωπίσουμε την οικολογική κρίση χωρίς να τροποποιήσουμε θεμελιωδώς τη λειτουργία του συστήματος καταφεύγουμε σε αυτή τη λεκτική αλλαγή στρατηγικής, αυτήν την εκπληκτική γλωσσική εφεύρεση της «βιώσιμης ανάπτυξης», ένα ωραίο οξύμωρο σχήμα. Ακριβώς για να εναντιωθούμε στη «βιώσιμη ανάπτυξη», που μετατρεπόταν σε κυρίαρχη ιδεολογία της παγκοσμιοποίησης, χρησιμοποιήσαμε το σύνθημα της «αποανάπτυξης». Η έννοια αυτή αντικατοπτρίζει ότι αυτό που βρίσκεται σε κρίση είναι η κοινωνία της ανάπτυξης, την οποία πρέπει να αμφισβητήσουμε για να αποφύγουμε την παγίδα της «άλλης μεγέθυνσης», όπως οι ειδικοί της ανάπτυξης έπεφταν στην παγίδα της «άλλης ανάπτυξης».
Όταν μιλάμε για την αποανάπτυξη συνήθως σκέφτεται κάποιος ότι έχει να κάνει με την αναστροφή του οικολογικού προβλήματος χωρίς την απαιτούμενη προσοχή στις κοινωνικές ανισότητες. Είναι έτσι;
Όχι, η κοινωνία της ανάπτυξης είναι μια κοινωνία ανισοτήτων. Η δυναμική της ανάπτυξης είναι η δυναμική των κοινωνικών ανισοτήτων. Πάντα ήμασταν δεμένοι σε μια δυναμική των κοινωνικών ανισοτήτων, εν μέρει κρυμμένων στις χώρες του Βορρά για 30 ή 40 χρόνια λόγω της μαζικής εκμετάλλευσης των φυσικών πόρων των μακρινών χωρών, αλλά τώρα μπορούμε να δούμε καθαρά ότι, από τις πρώτες κρίσεις το 1974-75 και μετά, η δυναμική των ανισοτήτων ποτέ δεν υπήρξε πιο ισχυρή.
Επομένως, η αποανάπτυξη θα έπρεπε να υλοποιηθεί με τον ίδιο τρόπο σε Νότο και Βορρά; Θα μπορούσαμε να «αποαναπτυχθούμε» με τον ίδιο ρυθμό στις διάφορες χώρες του Βορρά;
Φυσικά και όχι. Πίσω από το σύνθημα της αποανάπτυξης και της αντίστοιχης ρήξης που φέρνει με την κοινωνία της ανάπτυξης βρίσκεται το άνοιγμα με θετικό τρόπο σε ποικίλα σχέδια που απλά έχουν ως κοινό πρόταγμα μια κοινωνία λιτή, χωρίς σπατάλη, υπερκατανάλωση κ.λπ. Μια κοινωνία λιτότητας σε μια αφρικανική χώρα σημαίνει περισσότερη παραγωγή και κατανάλωση, αφού αυτές οι περιοχές δεν είναι καν σε κατάσταση λιτότητας, αλλά σε χειρότερη θέση. Για εμάς, είναι ξεκάθαρο ότι πρέπει να παράγουμε και να καταναλώνουμε έχοντας μικρότερη εξάρτηση από άλλες χώρες, ακόμα και ανάμεσα στις χώρες του Βορρά. Είναι φανερό ότι το πρόταγμα μιας κοινωνίας της αποανάπτυξης εξακολουθεί να είναι ένα πρόταγμα προς διαμόρφωση. Είναι ουσιαστικά ένα πολιτικό πρόταγμα. Επαφίεται στην κοινωνία να αποφασίσει, με τον πιο δυνατό δημοκρατικό τρόπο, αυτό που θέλει να πράξει και αυτό που θέλει να παράγει και να καταναλώνει, σεβόμενη πάντα τις ισορροπίες της φύσης. Με αυτήν την έννοια, υπάρχει ένα τεράστιο πεδίο δράσης.
Ποιες γραμμές θα μπορούσαν να σκιαγραφίσουν την πρακτική της αποανάπτυξης; Θα μπορούσε να σημαίνει έναν «πράσινο κεϋνσιανισμό» ή ένα νέο «πράσινο New Deal»;
Με κανένα τρόπο. Γιατί το «πράσινο New Deal» είναι επίσης τυπικά ένα σχήμα οξύμωρο, δηλαδή η επιθυμία να μη θέλεις να βγεις από τη λογική του συστήματος, αλλά να το ξαναμπαλώνεις. Μπορούμε να καθορίσουμε αυτό που θα ονόμαζα «τα θεμέλια της κοινωνίας της αποανάπτυξης» με αρνητικό τρόπο ως κριτική στην κοινωνία της ανάπτυξης. Πρόκειται για αυτό που έχω προσπαθήσει να διαμορφώσω μέσω του ενάρετου κύκλου των οκτώ R: επαναξιολόγηση, επανεννοιολογικοποίηση, αναδόμηση, αναδιανομή, επανεντοπισμός, μείωση, επαναχρησιμοποίηση, ανακύκλωση. Πιο πέρα, αυτό μας προσφέρει έναν ορίζοντα αρκετά ευρύ, αλλά εντός αυτού του ορίζοντα, το απώτερο στάδιο εξαρτάται από την κάθε κοινωνία. Δηλαδή, με ποιο συγκεκριμένο πολιτικό πρόγραμμα προχωράμε προς μια κοινωνία αντιαναπτυξιακή ή της μη ανάπτυξης και της οικολογικής δημοκρατίας.
Στη συγκυρία της κρίσης, η λέξη «αποανάπτυξη» μπορεί να συσχετισθεί με την απώλεια θέσεων εργασίας.
Θα μπορούσε, αλλά μάλλον πρόκειται για το αντίθετο. Η αποανάπτυξη, σε αντίθεση με την ύφεση της κρίσης, συνίσταται ακριβώς στην έξοδο από αυτή τη λογική που καταδικάζει, με αυστηρό τρόπο, τον πλανήτη σε καταστροφή για τη δημιουργία θέσεων εργασίας. Μέσω της αποανάπτυξης, θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε θέσεις εργασίας σώζοντας τον πλανήτη˙ όχι μόνο γιατί επουλώνουμε τις ζημιές του, αλλά επίσης γιατί μειόνοντας την κατανάλωσή μας θα πρέπει να παράγουμε λιγότερα, και παράγοντας λιγότερα θα πρέπει να δουλεύουμε λιγότερο. Έτσι δουλεύουμε λιγότερο, αλλά δουλεύουμε όλοι. Το πρώτο πράγμα που πρέπει να μοιραστούμε είναι η εργασία, απέναντι στο ολοκληρωτικά παράλογο σύστημα στο οποίο ζούμε σήμερα, στο οποίο ακόμα και στη Γαλλία έχουμε ακυρώσει το 35ωρο και οι εργαζόμενοι δουλεύουν 40, 50 ή και 60 ώρες τη βδομάδα, την ώρα που άλλοι άνθρωποι δε βρίσκουν εργασία. Από την άλλη, προτάσεις της αποανάπτυξης, όπως η επιστροφή σε μια παραδοσιακή και οικολογική γεωργία, θα αποφέρει τη δημιουργία εκατομμυρίων εργασιακών θέσεων. Κάτι που μπορεί να προσφέρει και η χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, όπως και η στροφή στην πρακτική των επιδιορθώσεων και της ανακύκλωσης των προϊόντων. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι θα προσεγγίσουμε μια αντεστραμμένη κατάσταση, στην οποία θα λείπουν τα εργατικά χέρια σε σχέση με την προσφορά θέσεων εργασίας, αφού προφανώς, όταν πάψουμε να χρησιμοποιούμε το ενεργειακό δυναμικό του πετρελαίου (ας μην ξεχνάμε ότι μια ποσότητα 30 λίτρων πετρελαίου ισοδυναμεί με την εργασία ενός ανθρώπου για 5 χρόνια), θα πρέπει να αυξηθούν οι ανάγκες για εργασία. Ωστόσο, δε θα αναγκαζόμαστε να δουλεύουμε περισσότερο γιατί θα μειώσουμε τις ανάγκες μας, τις οποίες και θα καλύπτουμε χωρίς να δουλεύουμε υπερβολικά, κάτι που είναι πολύ σημαντικό. Το να εργάζεσαι υπερβολικά είναι πολύ άσχημο.
Η ιδέα της αποανάπτυξης φαίνεται να αποσπά την προσοχή ολοένα και περισσότερου κόσμου.
Αυτό είναι κάτι που έχω ήδη σημειώσει, είναι πλέον ένα γεγονός, αν και ξεκινήσαμε από το τίποτα. Το κίνητρο είναι ότι, όπως έλεγαν ο Μαρξ και ο Έγκελς, τα γεγονότα είναι πεισματάρικα. Αντιμετωπίζουμε πραγματικά προβλήματα και, όπως έλεγε ο Λίνκον, μπορείς να εξαπατάς λίγους για πολύ καιρό ή όλους για λίγο καιρό, αλλά δεν μπορείς να τους εξαπατάς όλους για πάντα: έτσι, βλέπουμε για παράδειγμα, κάθε μέρα νέα σχετικά με την κλιματική αλλαγή, την ερημοποίηση κ.λπ. Μπορούμε να συνεχίσουμε να μιλάμε χαρούμενα για την επιστήμη που θα λύσει όλα τα προβλήματα, αλλά μπορούμε επίσης να αποδείξουμε ότι η επιστήμη δεν έχει καταφέρει να επιλύσει κανένα από αυτά τα ζητήματα. Γι’ αυτό και οι άνθρωποι ολοένα και αμφισβητούν τα γεγονότα και αναζητούν αναλλακτικές, αφού ανησυχούν για τη ζωή τους και για τα παιδιά τους. Και παρατηρώντας όλα αυτά που συμβαίνουν, όταν ακούν για την αποανάπτυξη συμπεραίνουν: «στο βάθος αυτοί οι άνθρωποι έχουν δίκιο: δεν μπορούμε να αναπτυσσόμαστε απεριόριστα σε ένα πεπερασμένο πλανήτη, αυτό που προτείνουν είναι απολύτως λογικό». Τέτοιου είδους αντιδράσεις δεχόμαστε κάθε μέρα.
Ο Carlos Taibo μόλις δημοσίευσε το «Στην υπεράσπιση της αποανάπτυξης», όπου προειδοποιεί για τον κίνδυνο της ανάδυσης ενός είδους «οικοφασισμού». Μπορούμε να πούμε ότι οι επιλογές περιορίζονται μεταξύ αποανάπτυξης και βαρβαρότητας, όπως λέει και στον τίτλο του βιβλίου του ο Paul Ariès;
Φοβάμαι ότι είναι πράγματι έτσι. Οι επιλογές είναι: αποανάπτυξη, τέλος του κόσμου και βαρβαρότητα. Βέβαια από μια άποψη δεν πρόκειται για ακριβώς διακριτές κατευθύνσεις: η βαρβαρότητα μπορεί να αποτελεί τον προθάλαμο ενός τέλους ή η απειλή του τέλους μπορεί να επιφέρει τη βαρβαρότητα…Εάν δεν καταφέρουμε να χτίσουμε μια κοινωνία αποανάπτυξης, εθελοντικής εγκράτειας, βασισμένης σε έναν αυτοπεριορισμό, θα οδηγηθούμε αναπόφευκτα προς τη βαρβαρότητα. Γιατί η διαχείριση ενός υποβαθμισμένου περιβάλλοντος από τον καπιταλισμό μπορεί να γίνει μόνο μέσω ενός μετασχηματισμού του ίδιου του συστήματος προς έναν βίαιο και σκληρό αυταρχισμό, κάτι που έχει ήδη διερευνηθεί αρκετά από την επιστημονική φαντασία.
Πηγή: http://www.diagonalperiodico.net/Salir-de-la-sociedad-de.html
Ισπανοί, Πορτογάλοι, Έλληνες και όλοι οι λαοί του ευρωπαϊκού Νότου αλλά και του Βορρά, εργαζόμενοι, άνεργοι, συνταξιούχοι, μαθητές, βγαίνουν σήμερα στους δρόμους, ανταποκρινόμενοι στο πανευρωπαϊκό κάλεσμα για συλλαλητήριο αλληλεγγύης ενάντια στη λιτότητα. Το ραντεβού έχει δοθεί στα κεντρικά σημεία των μεγαλύτερων πόλεων των κρατών της Ευρώπης, προκειμένου οι διαδηλωτές να δώσουν το στίγμα τους, κατά της φτώχειας και της ανεργίας που «μαστίζουν» πλήθος ευρωπαϊκών χωρών. Oι κινητοποιήσεις στην Αθήνα H ΓΣΕΕ και η ΑΔΕΔΥ έχουν κηρύξει στάση εργασίας από τις 12.00 μ.μ. έως και τις 15.00 μ.μ. και συλλαλητήριο στις 13.00 στην πλ. Κλαυθμώνος. Περίπου 1.000 άτομα έχουν ήδη συγκεντρώθηκαν στην πλατεία ενώ περί τις 13.45 ξεκίνησε η πορεία τους προς το Σύνταγμα που ολοκληρώθηκε στις 14.09. Σε σχετική ανακοίνωση η Συνομοσπονδία αναφέρει μεταξύ άλλων: «H ΓΣΕΕ συνεχίζει τον αγώνα για την απόκρουση των αντεργατικών μέτρων η ψήφιση των οποίων θα οδηγήσει σε περαιτέρω εξαθλίωση την κοινωνία και σε μεγαλύτερη ύφεση την οικονομία.
Φυσικά. Η αρχή της αποανάπτυξης είναι ότι δεν είναι δυνατόν να μεγαλώνει διαρκώς η οικονομία σε έναν πεπερασμένο πλανήτη. Δεν υπάρχει στη φύση οργανισμός ή είδος που να αυξάνεται επ” αόριστον. Η οικολογία μας διδάσκει την αξία της σύνδεσης και της συνεργασίας και τη σημασία των ορίων.
και να διασφαλίζονται οι εκπαιδευτικοι χώροι απο αλλα συμφέροντα συντεχνιακά ειτε αφορα το διδακτικ ο προσωπικό ειτε το συντεχνιακο-κομματικό τομέα της σπουδάζουσας νεολαίας. Η σημερινή νεολαία η οποία λόγω της ανάπτυξης της τεχνολογίας εχει δυνατότητες πληροφόρησης, σε ο,τι αφορά τον τομέα της οικολογίας αλλά και για γενικότερους τομεις της ζωής, ειναι και το κομμάτι της κοινωνίας που δεν πειθεται ουτε με ευχολόγια αλλά ουτε και με απόψεις που δεν αγγίζουν τον πυρήνα των ενδιαφερόντων τους. Για αυτό θα ελεγε κανείς οτι ειναι και οι πιο απαιτητικοι……ψηφοφόροι.
Ως τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και άλλες τροποποιήσεις που αφορούσαν στον ορισμό της βιώσιμης ανάπτυξης πραγματοποιήθηκαν, με αυξανόμενη εστίαση σε κοινωνικά θέματα και απαίτηση για ταυτόχρονη επίτευξη οικονομικών («οικονομική βιωσιμότητα»), κοινωνικών («κοινωνικοπολιτική βιωσιμότητα») και περιβαλλοντικών («περιβαλλοντική βιωσιμότητα») αντικειμενικών στόχων. Αυτές οι τροποποιήσεις εκφράστηκαν επίσημα στην Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών στο Ρίο το 1992, στην οποία πάνω από 170 χώρες δεσμεύτηκαν πως η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης αποτελεί τη βασική ιδέα για τη μελλοντική τους ανάπτυξη, υπογράφοντας την «Agenda 21» και τη Διακήρυξη του Ρίο για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη . Η Agenda 21 ήταν αποτέλεσμα μίας εκτενούς ανάλυσης του τι χρειάζεται για να επιτευχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη. Τα 40 κεφάλαιά της πάνω σε περιβαλλοντικά, οικονομικά, κοινωνικά θέματα και θέματα οργάνωσης περιέχουν οδηγίες για την ανάπτυξη διαδικασιών λήψης αποφάσεων με στόχο τη βιωσιμότητα.
Σύμφωνα με τον Γάλλο φιλόσοφο, το πρόταγμα της αποανάπτυξης καλεί σε οικοδόμηση της κοινωνίας με άλλες αξίες. «Για να βρούμε το μέτρο, αλλάζοντας και τον άνθρωπο και την κοινωνία». Ο Σ. Λατούς για να δείξει καλύτερα τι εννοεί, χρησιμοποιεί ένα απόσπασμα από μια παλιά ομιλία του Ρόμπερτ (Μπομπ) Κένεντι, που εκφωνήθηκε λίγες μέρες πριν από τη δολοφονία του: «Το δικό μας Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν περιλαμβάνει επίσης την ατμοσφαιρική ρύπανση, τις διαφημίσεις για τα τσιγάρα και τις διαδρομές των ασθενοφόρων που μαζεύουν τους τραυματίες από τους δρόμους. Περιλαμβάνει την καταστροφή των δασών μας και την καταστροφή της φύσης. Περιλαμβάνει τις ναπάλμ και το κόστος της αποθήκευσης των ραδιενεργών απορριμμάτων. Από την άλλη, το ΑΕΠ δεν λαμβάνει υπόψη την υγεία των παιδιών μας, την ποιότητα της μόρφωσης, τη χαρά των παιχνιδιών τους, την ομορφιά της ποίησής μας ή τη σταθερότητα των γάμων μας. Δεν εκτιμά το κουράγιο μας, την ακεραιότητά μας, την αντίληψή μας, τη σοφία μας. Τα μετράει όλα, εκτός απ’ αυτά που δίνουν αξία στη ζωή».
Το ζήτημα λοιπόν έχει δύο αλληλοσυμπληρούμενες όψεις, μια οικολογική και μια κοινωνική. Γι αυτό και μιλάμε σωστότερα για μια βιώσιμη αποανάπτυξη, δηλαδή αποανάπτυξη η οποία θα είναι κοινωνικά αποδεκτή, με βασικό στόχο τη δραστική μείωση της χρήσης υλικών και ενέργειας και άρα έως έναν βαθμό και του ρυθμού της οικονομικής ανάπτυξης, αυξάνοντας παράλληλα το βιοτικό επίπεδο της κοινωνίας. Η αποσύνδεση της (υλικής, ενεργειακής και οικονομικής) ανάπτυξης από την ποιότητα της ζωής και την ευημερία αποτελεί λοιπόν ένα από τα βασικότερα στοιχήματα της αποανάπτυξης.
Υπό μια ευρύτερη έννοια η οικονομική ανάπτυξη αναφέρεται στην αύξηση της δυνατότητας ικανοποίησης των ατομικών και κοινωνικών αναγκών, με την πάροδο του χρόνου, στο εσωτερικό μίας οικονομίας . Αποτελεί ένα πολύ σημαντικό ζήτημα των οικονομικών αλλά υπάρχει σε κάποιο βαθμό διαφοροποίηση απόψεων σχετικά. Ορισμένοι υποστηρίζουν πως η οικονομική ανάπτυξη όχι μόνο ανεβάζει σχεδόν αυτόματα το μέσο επίπεδο ζωής , αλλά και επιτρέπει στην κοινωνία να δείξει μεγαλύτερη πρόνοια σε όσους είναι ανίκανοι να εργαστούν. Άλλοι (κυρίως από τις ετερόδοξες οικονομικές σχολές) πιστεύουν ότι η ανάπτυξη από μόνη της μπορεί να έχει και αρνητικές συνέπειες στο μέσο επίπεδο ζωής (π.χ. λόγω της ρύπανσης του περιβάλλοντος , της μείωσης του ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων, της αύξησης του υπερκαταναλωτισμού κλπ). Αυτές οι αντιλήψεις, αλλά κυρίως τα πραγματικά δεδομένα σχετικά με την εξάντληση των παγκόσμιων αποθεμάτων ορυκτών καυσίμων τα οποία ιστορικά τροφοδότησαν τους μεγάλους ρυθμούς ανάπτυξης στον δυτικό κόσμο κατά τον 20ο αιώνα , καθώς και τα προβλήματα του υπερπληθυσμού και τα προβλήματα ανεπάρκειας των αγροτικών πόρων του πλανήτη έχουν αποτελέσει τη βάση του σοσιαλιστικού και οικολογικού κινήματος της πράσινης ανάπτυξης και βιώσιμης ανάπτυξης .
Ως τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και άλλες τροποποιήσεις που αφορούσαν στον ορισμό της βιώσιμης ανάπτυξης πραγματοποιήθηκαν, με αυξανόμενη εστίαση σε κοινωνικά θέματα και απαίτηση για ταυτόχρονη επίτευξη οικονομικών («οικονομική βιωσιμότητα»), κοινωνικών («κοινωνικοπολιτική βιωσιμότητα») και περιβαλλοντικών («περιβαλλοντική βιωσιμότητα») αντικειμενικών στόχων. Αυτές οι τροποποιήσεις εκφράστηκαν επίσημα στην Διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών στο Ρίο το 1992, στην οποία πάνω από 170 χώρες δεσμεύτηκαν πως η έννοια της βιώσιμης ανάπτυξης αποτελεί τη βασική ιδέα για τη μελλοντική τους ανάπτυξη, υπογράφοντας την «Agenda 21» και τη Διακήρυξη του Ρίο για το Περιβάλλον και την Ανάπτυξη . Η Agenda 21 ήταν αποτέλεσμα μίας εκτενούς ανάλυσης του τι χρειάζεται για να επιτευχθεί η βιώσιμη ανάπτυξη. Τα 40 κεφάλαιά της πάνω σε περιβαλλοντικά, οικονομικά, κοινωνικά θέματα και θέματα οργάνωσης περιέχουν οδηγίες για την ανάπτυξη διαδικασιών λήψης αποφάσεων με στόχο τη βιωσιμότητα.
ή τη σημερινή. Βέβαια, και ο ίδιος ο Σ. Λατούς , όπως προαναφέραμε, δεν ταυτίζεται με την αρνητική ή μηδενική ανάπτυξη, αλλά κάνει λόγο για αποανάπτυξη σε μια «κοινωνία αποανάπτυξης» (passim), όπως αντίστοιχα ο V. Cheynet κάνει λόγο για «βιώσιμη ή υποστηρίξιμη αποανάπτυξη» (σ. 111 και σ. 116), κατʼ αντίθεση προς την «βιώσιμη ανάπτυξη». O Σ. Λατούς επίσης αναγνωρίζει ότι ακόμα και η σταδιακή μετάβαση με προσωρινή διατήρηση της αγοράς και του κέρδους δεν θα γινόταν εύκολα αποδεκτή χωρίς βίαιες αντιδράσεις. Γιʼ αυτό φαίνεται να «στοιχηματίζει», όπως ήδη αναφέρθηκε (κατʼ αντίθεση προς τον V. Cheynet, σ. 132) περισσότερο στην «αντικειμενική» αναγκαιότητα της απομεγέθυνσης, που εκπορεύεται από την αύξηση των –συστημικών– κρίσεων, όπως η σημερινή. Κρίσεων όλο και πιο συχνών, έντονων και πολύπλευρων, κατανοήσιμων και μέσα από το πρίσμα μιας, όπως αναφέρθηκε αρχικά, «παιδαγωγικής των καταστροφών» (έκφραση του D. de Rougemont που υιοθετεί ο Σ. Λατούς και άλλοι όπως ο F. Partant, αλλά απορρίπτουν ο P. Ariès και ο V. Cheynet, σ. 137 ), για την «απο-αποικιοποίηση του φαντασιακού».
Στις 19-23 Σεπτεμβρίου. πραγματοποιήθηκε το 3ο διεθνές συνέδριο για την από-ανάπτυξη στην Βενετία και οι Νέοι Πράσινοι ήταν εκεί. Είχαν προηγηθεί αυτά της Βαρκελώνης, το 2010 και το πρώτο, αυτό του Παρισιού τον Απρίλη 2010 που είχε καταλήξει στην διακήρυξη της από-ανάπτυξης .
Το βασικό ερώτημα σε σχέση με την ανάπτυξη δεν είναι γιατί η οικονομία ανάπτυξης στο Νότο δεν υπήρξε τόσο επιτυχής όσο στο Βορρά, αλλά γιατί θα πρέπει κατ’ αρχήν το μοντέλο της οικονομίας και της κοινωνίας που εγκαθιδρύθηκε στο Βορρά να θεωρείται καθολικά εφικτό και επιθυμητό.