της Ελένης Καρασαββίδου
«O Θεός έφτιαξε τον άνθρωπο κατά εικόνα και ομοίωση του. Και ο άνθρωπος του το ανταπέδωσε». Έγραψε ο Βολταίρος, σηματοδοτώντας το 2ο κύμα της νεοτερικότητας, την εποχή που η αναζήτηση της Αλήθειας είχε αρχίσει να σχετίζεται περισσότερο με την ανθρώπινη βούληση, παρά με τον ‘Θεό’.
Η μονοσήμαντη ταύτιση του ‘κοινωνικού’, αυτού που θεωρήθηκε ως αποτέλεσμα της ανθρώπινης βούλησης, με το ‘ηθικό’ που ακολούθησε, η αντικατάσταση του Θεού με το νέο Ιερό δηλαδή, ανέδειξε για μια ακόμη φορά πόσο κάθε ‘εξέλιξη’, παρά την πολυτιμότητά της, διαμορφωνόταν και κατανοούνταν από ένα, διαρκώς παρών και διαχυμένο στο αύριο, ‘χθες’, ένα σύμπαν κοινωνικών μα και βιολογικών προκαθορισμών, που δημιουργούσε πολιτικά όρια που δεν μπορούσαν να ξεπεραστούν από καμιά ‘επαναστατική θεωρία’, αφού και η ίδια διαμορφωνόταν μέσα στα όρια τους και τα κυοφορούσε.
Στις διάφορες εκδοχές που το νέο Ιερό κατάφερνε να πάρει, παραμόνευε πάντοτε η ιεραρχική μορφή ενός αγέλαστου Θεού, μοναχικού ή (δήθεν) συλλογικού , η υπακοή στην μοναδικότητα του οποίου θα διασφάλιζε την ‘σωτηρία’. Δικτάτορες, καθοδηγητές, πάτερ φαμίλιες, ιερείς, ιεροποιημένες φυλές ‘η φύλα, θρησκείες, έθνη, πρέπουσες σεξουαλικότητες ή συμπεριφορές, δίχως ούτε μια επιφανειακή ομοιότητα συχνά, συνευρίσκονταν στον κοινό χώρο των ‘κεφαλών’ της κάθε κοινωνιολογικής μακρο ή μικροκλίμακας, και από εκεί με χάδια ή ξυράφια, συνέχιζαν να αναπαράγονται εσωτερικευμένοι σε δικούς και ξένους, στις ιδιοτελείς επιλογές των από πάνω και στις υπνωτιστικές ιδεοληψίες των από κάτω.
Αν ο Διαφωτισμός και η Αναγέννηση, παιδιά των οποίων υπήρξε η αστική επανάσταση μα και η αριστερά, έβαλαν το στοίχημα της ανυπακοής στην θεϊκή πατρική εξουσία, οι νέες βιομηχανικές μορφές οικονομικής ανάπτυξης (καπιταλιστικές ή κουμουνιστικές αδιάφορο για το συγκεκριμένο σημείο, το στοίχημα της εκβιομηχάνισης υπήρξε εξίσου σημαντικό, παρά άλλες διαφορές τους) έβαλαν το στοίχημα να αντικαταστήσουν το Θείο.
Κυοφορώντας την αντίληψη της δύναμης του ratio, του ορθού λόγου που θα νικούσε τις δεισιδαιμονίες, (κι ας τις μεταμφίεσε απλώς κάνοντας αρκετά πιο πολύπλοκο τον εντοπισμό τους) αλλά και την δημιουργία της μηχανής ως μέγιστης απόδειξης της θεϊκής μας σοφίας, δημιούργησε ή ανηπαρήγαγε σε νέα πλαίσια εξιδανικευμένους τους μύθους που στοίχειωναν άλυτοι την ανθρωπότητα από αιώνες, φέρνοντας μαζί με τυμπανοκρουσίες την αχνή προοπτική μιας λύσης: Η δημιουργία του νέου Ανθρώπου, ενός παραδείσιου Αδάμ πριν την Πτώση στην Δύση, ενός Προμηθέα που θα νικούσε τους Θεούς και θα μοίραζε σε όλους την Φωτιά στην Ανατολή, αντιπάλεψε, και σωστά, την αλαζονεία του Θεού και πριμοδότησε την αλαζονεία του ανθρώπου.
Οι αναλύσεις που προέκυψαν κυοφορούσαν μέσα τους αυτό που υποτίθεται ότι θα ξεπερνούσαν με το ratio, κρυμμένο άλλοτε ως θρησκεία, άλλοτε ως πολιτική, και πάντα ως ηθικολογία: Το σπέρμα της απλούστευσης, τον τόσο ερατεινό κίνδυνο του απόλυτου. Ο Κούντερα είχε δίκιο όταν έλεγε πως το μεγάλο μυθιστόρημα δεν περιγράφει την πραγματικότητα αλλά την ύπαρξη. Και οι μεγάλες αφηγήσεις, είτε της αριστεράς είτε της δεξιάς, δεν αποτέλεσαν εξαίρεση.
Πηγή:tvxs