Μιας και πρόκειται να εκλέξουμε σύντομα τους αντιπροσώπους μας στη Βουλή, ας θυμηθούμε τι ήταν και πώς λειτουργούσε το αντίστοιχο όργανο στην αρχαία Αθηναϊκή Δημοκρατία.
”Η Βουλή ήταν το πολυπληθέστερο όργανο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας και ουσιαστικά αποτελούσε ένα εισηγητικό όργανο της Εκκλησίας [του Δήμου] με βασική αποστολή να ετοιμάζει τα προς συζήτηση θέματα, προτάσεις και νομοσχέδια. Οι 500 βουλευτές εκπροσωπούσαν αναλογικά τους δήμους της Αθήνας και επιλέγονταν με κλήρωση για ένα χρόνο. Κάθε πολίτης μπορούσε να κληρωθεί και να είναι μέλος της Βουλής μία φορά και δεν μπορούσε να επανεκλεγεί για δεύτερη φορά αν δεν είχαν περάσει όλοι από το ίδιο αξίωμα. Κάθε πολίτης μπορούσε να καταθέσει προτάσεις στη Βουλή. Αλλά και η Εκκλησία, το ανώτερο όργανο της Αθηναϊκής Δημοκρατίας, απαγορευόταν για λόγους δημόσιου συμφέροντος να λαμβάνει αποφάσεις χωρίς ένα προβούλευμα, δηλαδή μία πρόταση από τη Βουλή. Οι βουλευτές είχαν, όσο ασκούσαν τα βουλευτικά καθήκοντά τους, ορισμένα προνόμια, όπως απαλλαγή από στρατιωτικές υποχρεώσεις και ένα είδος ασυλίας. Με τη λήξη της θητείας τους, όμως, λογοδοτούσαν, όπως όλοι οι ασκούντες εξουσία”.*
”Η τόσο συχνή εναλλαγή των ρόλων ”άρχειν και άρχεσθαι”, για όλους τους Αθηναίους, σήμαινε πως κανένας δεν μπορούσε να υπερεκτιμά τον εαυτό του και να νιώθει, ως άρχων, σπουδαιότερος από τους άλλους, όπως και κανένας δεν είχε κανένα λόγο να αισθάνεται, ως αρχόμενος, μειονεκτικά απέναντι στους συνανθρώπους του. Σε συνθήκες Άμεσης Δημοκρατίας ο ανταγωνισμός χάνει τον λόγο της ύπαρξής του, γιατί ακριβώς σε μια αυτοδιευθυνόμενη κοινωνία δεν υπάρχει εξουσία για αποκλειστική άσκηση και συνεπώς διαθέσιμη για καταχρηστική άσκησή της”.*
Κατά τον Αριστοτέλη, κύριο γνώρισμα της Δημοκρατίας, η ειδοποιός διαφορά της, είναι το ότι αναδείχνει τους άρχοντες με κλήρωση` η εκλογή είναι η ειδοποιός διαφορά της Ολιγαρχίας. Λέει χαρακτηριστικά ο μεγάλος Σταγειρίτης: «Λέγω δ’ οίον δοκεί δημοκρατικόν μεν το κληρωτάς είναι τας αρχάς, το δ’ αιρετάς ολιγαρχικόν…» Πολιτικά, Δ, 1294b 8-9. Η κλήρωση δεν επιτρέπει τη διάκριση των πολιτών σε άρχοντες και αρχόμενους. Να σημειωθεί πως στην Αθήνα, που είχε 7000 περίπου άρχοντες (δικαστές, διαιτητές, βουλευτές, διοικητικούς υπαλλήλους), οι 6805 ήσαν κληρωτοί (ποσοστό 98%.)**
Είναι σαφές από τα παραπάνω ότι στην Αθηναϊκή Δημοκρατία δεν υπήρχε ο επαγγελματισμός της πολιτικής. Δεν υπήρχαν κάστες πολιτικών ή/και πολιτευτών. Δεν υπήρχε έδαφος για την ευδοκίμηση φαινομένων παραγοντισμού και άσκησης της πολιτικής με όρους επαγγελματικής εξειδίκευσης. Δεν υπήρχε διαγκωνισμός μεταξύ συνυποψηφίων για μία θέση στο ψηφοδέλτιο.
Ο κοινοβουλευτισμός, με βάση τον ορισμό του Αριστοτέλη, δεν είναι δημοκρατία.
Ο Κορνήλιος Καστοριάδης τον αποκαλεί ”φιλελεύθερη ολιγαρχία”. Στις μέρες μας μετατρέπεται ολοένα και περισσότερο από ”φιλελεύθερη” σε ”αυταρχική ολιγαρχία”. Η σύσταση μίας αμεσοδημοκρατικής κοινωνίας -μίας κοινωνίας, δηλαδή, όπου η εξουσία πηγάζει από τον λαό και ασκείται από τον λαό (όχι στο όνομα του λαού από αντιπροσώπους) δεν είναι πιθανή στο παρόν ή στο εγγύς μέλλον. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι μία ουτοπία, ένα όραμα άπιαστο για το οποίο δεν αξίζει να αγωνιζόμαστε και να το επιδιώκουμε ως κοινωνία πολιτών. Άλλωστε και οι Αθηναίοι δεν ξύπνησαν ένα πρωί με δημοκρατία. Δημιούργησαν το πολίτευμά τους μέσα από εκατοντάδων χρόνων αγώνες κατά των προκαταλήψεων, μέσα από ενδοσυλλογικές και διασυλλογικές διαδικασίες επίπονες, βασανιστικές και συγκρουσιακές.
* Κώστας Λάμπος, ”Άμεση Δημοκρατία και Αταξική Κοινωνία – Η Μεγάλη Πορεία της Ανθρωπότητας προς την Κοινωνική Ισότητα και τον Ουμανισμό”.
**Α. Κοντός, ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΕΥΤΙΣΜΟΣ.