“To νερό είναι υπόθεση όλων μας”. Υπάρχουν εναλλακτικές στην ιδιωτικοποίηση
- January 24, 2014
- 0 comments
- 0
Οι διαδηλωτές είχαν δίκιο. Η ιδιωτικοποίηση της ύδρευσης είναι μια αποτυχημένη και αναχρονιστική ιδέα. Από το Παρίσι και το Βερολίνο, έως το Μπουένος Άιρες και τη Λα Παζ, η σύγχρονη τάση είναι η επιστροφή των ιδιωτικοποιημένων επιχειρήσεων στους δήμους και το δημόσιο, και όχι η ιδιωτικοποίησή τους. Αντίθετα με άλλες οικονομικές δραστηριότητες, στον τομέα της ύδρευσης ο ιδιωτικός τομέας έχει ισχνή παρουσία. Παγκοσμίως, το 90% των επιχειρήσεων σε πόλεις άνω του ενός εκατομμυρίου ανήκει στο δημόσιο (76% για τις χώρες του ΟΟΣΑ). Στην Μέκκα του καπιταλισμού, τις ΗΠΑ, μόνο το 13% του πληθυσμού εξυπηρετείται από ιδιώτες.
Ο λόγος είναι απλός. Υπό κανονικές συνθήκες έννομου κράτους, το νερό δεν προσφέρεται για κέρδη. Η τιμή του είναι χαμηλή, και δεν μπορεί να αναπροσαρμόζεται διαρκώς για να διατηρεί αυξανόμενα κέρδη. Το νερό είναι ένα δημόσιο αγαθό, δηλαδή ένα αγαθό τα οφέλη του οποίου δεν καρπώνεται ο κάθε καταναλωτής ξεχωριστά, αλλά η κοινωνία στο σύνολό της, μέσω της διασφάλισης της δημόσιας υγείας. Οι περισσότερες μεγαλουπόλεις του 19ου αιώνα απέκτησαν υποδομές ύδρευσης και αποχέτευσης όταν το Κράτος ενδιαφέρθηκε να συγκεντρώσει και να επενδύσει τα αναγκαία κεφάλαια. Οι ιδιώτες καπιταλιστές που στρέφονταν στους σιδηρόδρομους και τις οικοδομές, έβλεπαν ότι η ύδρευση και η αποχέτευση δεν προσφέρονταν για ανάλογα κέρδη και οι πόλεις ζούσαν με τα λύματά τους έως ότου παρέμβει το κράτος.
Την δεκαετία του 1990 και με την ώθηση από τα ανά τον κόσμο μνημόνια του ΔΝΤ και της Παγκόσμιας Τράπεζας, υπήρξε για πρώτη φορά μια γενικευμένη τάση για ιδιωτικοποίηση επιχειρήσεων ύδρευσης. Όλες αυτές οι ιδιωτικοποιήσεις όμως αυτής της περιόδου, από το Μπουένος Άιρες ως την Τζακάρτα, απέτυχαν. Όχι μόνο κοινωνικά, αλλά και οικονομικά για τις ίδιες πολυεθνικές και τους μετόχους τους, που είδαν μηδενικά κέρδη είτε γιατί εκτίμησαν λάθος το ύψος των αναγκαίων επενδύσεων, είτε γιατί τα εθνικά νομίσματα υποτιμήθηκαν, είτε γιατί οι κοινωνικές αντιδράσεις έκαναν αδύνατη την αύξηση των τιμολογίων.
Σήμερα οι πολυεθνικές δεν ενδιαφέρονται για την ανάληψη ολόκληρων συστημάτων ύδρευσης με μακροχρόνια συμβόλαια. Επιθυμούν μόνο αυτό που λέμε την «κρέμα της τούρτας», δηλαδή την επιλεκτική ανάληψη συγκεκριμένων έργων ή υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας, οι οποίες δεν τις δεσμεύουν σε επενδύσεις υψηλού οικονομικού και πολιτικού ρίσκου. Όταν δε εμπλέκονται πιο άμεσα, όπως σκέφτονται να κάνουν στην Ελλάδα, αναλαμβάνουν μόνο την καθημερινή διαχείριση και την συλλογή των εσόδων, αφήνοντας στο κράτος την πιο δαπανηρή συντήρηση και επένδυση στις υποδομές. Και ενδιαφέρονται μόνο για επιχειρήσεις που είναι ήδη κερδοφόρες, όπως είναι η ΕΥΑΘ ή η ΕΥΔΑΠ, καλύπτοντας τα νώτα τους με τεράστιες αποζημιώσεις στην περίπτωση που μια μελλοντική κυβέρνηση υποτιμήσει το νόμισμα ή αξιολογήσει ότι δεν κάνουν καλά την δουλειά τους και αποφασίσει να τις διώξει.
Η στάση στο θέμα «δημόσιο ή ιδιωτικό» είναι εν μέρει ιδεολογική. Αλλά πέρα από την ιδεολογία υπάρχουν τα δεδομένα. Για παράδειγμα μπορεί να είμαι αριστερός, αλλά δεν θα υποστηρίξω ότι η ιδιοκτησία των εστιατορίων θα πρέπει να περάσει στο κράτος. Αντιστοίχως, τα επιχειρήματα υπέρ της ιδιωτικής ύδρευσης είναι αδύναμα. Οφέλη από τον ανταγωνισμό πρακτικά δεν μπορούν να προκύψουν, εκτός και αν κάποιος βρήκε τον τρόπο να σκάψει και να εγκαταστήσει ανταγωνιστικούς αγωγούς. Το νερό είναι φυσικό μονοπώλιο. Οι ιδιωτικές εταιρίες μπορούν να αντλήσουν κέρδη με τρεις τρόπους. Πρώτον, αυξάνοντας τις τιμές. Δεύτερον, απολύοντας εργαζόμενους και επαναπροσλαμβάνοντάς τους (μιας και η γνώση τους είναι απαραίτητη), μέσω ενδιάμεσων εταιρειών που τους πληρώνουν πολύ λιγότερο ή δεν τους καλύπτουν την ασφάλεια. Τρίτον, υποεπένδυοντας στην συντήρηση του δικτύου. Και τα τρία αυτά οδηγούν στην υποβάθμιση, όχι στην βελτίωση των υπηρεσιών. Το μόνο επιχείρημα που μένει υπέρ της ιδιωτικοποίησης είναι το «επιχείρημα ΟΠΑΠ», δηλαδή πουλάμε κάτι ακριβώς επειδή είναι κερδοφόρο και μπορούμε να το πουλήσουμε. Μια λογική παράλογη ακόμα και εντός της λογιστικής του Μνημονίου αφού έχει ως αποτέλεσμα την αύξηση του χρέους.
Η στάση στο θέμα «δημόσιο ή ιδιωτικό» είναι εν μέρει ιδεολογική. Αλλά πέρα από την ιδεολογία υπάρχουν τα δεδομένα. Για παράδειγμα μπορεί να είμαι αριστερός, αλλά δεν θα υποστηρίξω ότι η ιδιοκτησία των εστιατορίων θα πρέπει να περάσει στο κράτος. Αντιστοίχως, τα επιχειρήματα υπέρ της ιδιωτικής ύδρευσης είναι αδύναμα
Τα παραπάνω επιβεβαιώνει και η διεθνής βιβλιογραφία για την ιδιωτικοποίηση του νερού:
Πρώτον, όντως οι ιδιωτικές επιχειρήσεις δεν λειτουργούν καλύτερα από τις δημόσιες. Όπου η ιδιωτικοποίηση έφερε οριακές βελτιώσεις, αυτό ήταν αποτέλεσμα της βελτίωσης των ρυθμιστικών μηχανισμών με αφορμή την ανάγκη για έλεγχο των επενδύσεων και των τιμολογίων της ιδιωτικής επιχείρησης. Οι χώρες που ιδιωτικοποιούν όμως είναι αυτές οι οποίες έχουν δυσλειτουργικά κράτη, χρέη και κάνουν περικοπές στον κρατικό μηχανισμό, λόγους ακριβώς για τους οποίους αδυνατούν να ελέγξουν μετά τους ιδιώτες.
Δεύτερον, η ιδιωτικοποίηση δεν φέρνει νέες επενδύσεις ή όπου φέρνει, αυτό γίνεται με δραματική αύξηση των τιμολογίων, η οποία φέρνει συγκρούσεις.
Τρίτον, όπως η έρευνά μου στην Καλιφόρνια με συναδέλφους από το Μπέρκλεϋ έδειξε, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις είναι διστακτικές στο να προωθήσουν την εξοικονόμηση του νερού, αφού αυτή μειώνει τις πωλήσεις τους (θα φανταζόταν κανείς ποτέ την Κόκα Κόλα(Coca Cola) να ζητά από τους πελάτες της να πίνουν λιγότερα αναψυκτικά;). Αλλά και οι καταναλωτές, σε μια περίοδο λειψυδρίας, δύσκολα θα ανταποκριθούν στις επικλήσεις μία ιδιωτικής επιχείρησης για συγκράτηση, όταν ξέρουν ότι την προηγούμενη περίοδο κερδοφορούσε («να φρόντιζαν να υπάρχει αρκετό νερό αντί να βγάζουν λεφτά», μας είπε ένας συνεντευξιαζόμενος).
Τέλος, το πιο σημαντικό εύρημα αφορά τα πλεονεκτήματα του συνεταιριστικού μοντέλου στον τομέα της ύδρευσης. Συνάδελφοι μου ιστορικοί στην Βαρκελώνη οι οποίοι ερεύνησαν την συνεταιριστική διαχείριση της πολυεθνικής Agbar κατά την διάρκεια του Ισπανικού εμφυλίου, βρήκαν ότι τα αφεντικά της εταιρείας, επιστρέφοντας μετά την νίκη του Φράνκο, έλεγαν κατ’ ιδίαν στα Δ.Σ. ότι «τις μεταρρυθμίσεις που έκαναν οι εργαζόμενοι εμείς ποτέ δεν θα τις είχαμε καταφέρει». Η ίδια η Παγκόσμια Τράπεζα συνεχάρη τον συνεταιρισμό ύδρευσης της πόλης της Σάντα Κρουζ στην Βολιβία, τον μόνο στην χώρα που κατάφερε να συνδέσει όλον τον πληθυσμό της πόλης στο δίκτυο. Στην περιφέρεια του Μπουένος Άιρες ο συνεταιρισμός εργαζομένων 5 Σεπτέμβρη, σε συνεργασία με ομάδες καταναλωτών, ανέλαβε με εξαιρετικά αποτελέσματα την επιχείρηση ύδρευσης της περιοχής μετά την αναχώρηση το 2002 της εκεί θυγατρικής της Ένρον.
Η Θεσσαλονίκη αποτελεί διεθνώς αιχμή καινοτομίας στην τάση για κοινωνική διαχείριση του νερού. Ο υπόλοιπος κόσμος παρακολουθεί με ενδιαφέρον την τύχη της Κίνησης 136, την πρωτοβουλία πολιτών για την εξαγορά από τους κατοίκους της πόλης του 51% της επιχείρησης ύδρευσης μέσω συνεταιρισμών σε επίπεδο γειτονιάς και της ακόλουθης μη κερδοσκοπικής διαχείρισης και δημοκρατικού ελέγχου της από αυτούς τους συνεταιρισμούς. Επαναλαμβάνεται συχνά ότι δεν υπάρχει εναλλακτική πρόταση προς το μνημόνιο. Ιδού λοιπόν μια συγκεκριμένη, τεκμηριωμένη και λεπτομερής πρόταση για την βελτίωση μιας κοινωφελούς επιχείρησης. Και όμως αντί αυτής, προωθείται μια ιδεολογικά ορμώμενη, οικονομικά επιζήμια ιδιωτικοποίηση.
Το 2010 ο Δήμος του Παρισιού πήρε μετά από 50 χρόνια στα χέρια του την επιχείρηση ύδρευσης της πόλης από την Σουέζ και την Βεόλια. Δύο χρόνια μετά η κυβέρνηση Σαρκοζί αποτελούσε παρελθόν. Το 2011 26 εκατομμύρια Ιταλοί πήγαν στις κάλπες ψηφίζοντας συντριπτικά (95%) υπέρ νόμου που απαγόρευε την ιδιωτικοποίηση του νερού. Ήταν η πρώτη ήττα του έως τότε παντοδύναμου Μπερλουσκόνι. Στην Κοτσαμπάμπα και το Μπουένος Άιρες οι «μάχες» για το νερό έφεραν το τέλος των εκεί ιδιωτικοποιήσεων και μνημονίων. Είθε η απόφαση του Συμβουλίου Επικρατείας η οποία έκρινε παράνομη την μεταβίβαση της ΕΥΑΘ στο ΤΑΙΠΕΔ και η κινητοποίηση των πολιτών στη Θεσσαλονίκη να σημάνει και την αρχή του τέλους για την εποχή του παραλογισμού και στην Ελλάδα. Το τι θα γίνει με το νερό είναι υπόθεση όλων μας.