Ταξιδεύοντας στην Τσιάπας: Ό,τι κι αν γράψω για τους Ζαπατίστας, βγαίνει λειψό
- June 4, 2021
- 0 comments
- 0
Αποστόλης Καπαρουδάκης
Είκοσι επτά χρόνια συμπληρώθηκαν την Πρωτοχρονιά από την εξέγερση των Ζαπατίστας στο Μεξικό και οι αντάρτες από την Τσιάπας ανακοίνωσαν ότι ξεκίνησαν την περιοδεία τους στην Ευρώπη, για να επικοινωνήσουν και να μεταφέρουν τον λόγο τους στις υπόλοιπες πέντε ηπείρους. Με αφορμή την έλευσή τους και στη χώρα μας, το tvxs.gr, ζήτησε από τον δημοσιογράφο Αποστόλη Καπαρουδάκη, ο οποίος είχε επισκεφτεί την Τσιάπας το 1998, μια δική του αφήγηση.
«Συγγνώμη κύριε, απαγορεύεται το κάπνισμα» είπε στον Φορτίνο η νεαρή Ελληνίδα ταξιθέτρια και του χάρισε το viral γούρι του Μουσείου Μπενάκη με το «Υγεία, Καύλα κι Επανάσταση». «Επίσης, κ. Σαμάνο έχετε στηθεί σε λάθος τοίχο, αυτός είναι της Καισαριανής, του Μεξικού είναι από ‘κει». 2021, εορτασμοί στην Ισπανία για τα 500 χρόνια από την κατάκτηση του Μεξικού. «Δεν μας κατάκτησαν ποτέ. Ακόμη εξεγερμένοι είμαστε» λένε οι Ζαπατίστας.
Αν είχαμε μυαλό, αυτοί θα ήταν οι επίσημοι καλεσμένοι του ελληνικού κράτους για τους εορτασμούς των 200 χρόνων της επανάστασης κι οι αυτόνομες κοινότητές τους θα έκαναν εθιμοτυπικές επισκέψεις στα Αμπελάκια. «Παππούς σε μέρη αυτόνομα μέσα στην Ισπανοκρατία» θα έγραφε το άγαλμα του Πλωτίνου Ροδακανάκη που είναι στημένο στην πλατεία του Μεξικού.
Τι δουλειά έχουν οι ιθαγενείς Μεξικανοί στην Ευρώπη; Γιατί τόσες συλλογικότητες δημιουργούν παραστάσεις, προβολές, συζητήσεις και γιορτές ξεδιπλώνοντας το πέπλο της υποδοχής τους; Οι απαντήσεις που έδινα σε αυτού του είδους ερωτήσεις δεν ήταν επαρκείς, μάλλον μακροσκελείς και μπερδεμένες σαν την εισαγωγή αυτού του κειμένου ήταν. Οπότε, τελικά, μου ζήτησαν να απαντήσω στο ερώτημα «τι δουλειά είχες εσύ εκεί το 1998;». Σκέφτηκαν πως θα φωτίσω έτσι την κατάσταση χωρίς πολλά λόγια. Προφανώς έκαναν λάθος, αλλά φαντάζομαι θα ντραπούν να το πουν. Η κατάσταση αυτή, έτσι κι αλλιώς, δεν ξεκαθαρίζει με μια απλή απάντηση. Όπως και νά ‘χει όμως, να απαντήσω. Να προσπαθήσω τουλάχιστον.
Πρώτα-πρώτα να ξεκαθαρίσω πως ό,τι και να γράψω για τους Ζαπατίστας βγαίνει λειψό. Τα κείμενά τους είναι άπειρα, τα περισσότερα γεμάτα εικόνες και μύθους «των ινδιάνων» της Λατινικής Αμερικής, γεμάτα ζωγραφιές, έρωτες, αγάπες, τρυφερότητες και πάθη. Επαναστατικές μπροσούρες που χαίρονται όταν τις διαβάζεις να χαμογελάς, και να γελάς επίσης.
Τώρα για να καταλάβεις, κίνησαν με μια βάρκα να περάσουν τον ωκεανό και να έρθουν στην Ευρώπη. Και αντί να στέλνουνε δελτία θυέλλης, στέλνουν ιστορίες που τις διηγείται ένα σκαθάρι. Διαβάστε κάποια κείμενά τους εδώ https://karavanizapatista.espivblogs.net/ Έχουν ίσως απαντήσεις πιο σαφείς απ’ τη δική μου.
Ως entrepreneurs πήγαμε. Παρουσιάσαμε στο Μεξικάνικο TedX το πρώτο αυτονομημένο Google Translate
Ας συνεχίσω όμως την προσπάθεια να απαντήσω τι πήγα εγώ να κάνω πριν από 23 χρόνια στην Τσιάπας. Για τους Ζαπατίστας πρωτομάθαμε το 1994. Απ’ τις πρώτες εκείνες ημέρες της εξέγερσής κάποιοι Έλληνες έτρεξαν στο Μεξικό. Περίεργο θα μου πεις. Στην άλλη άκρη του πλανήτη; Για μερικές εκατοντάδες ιθαγενείς οπλισμένους με καριοφίλια; Όμως, αν το σκεφτείς, είναι πιο περίεργο που αν και για τη συμβατική ελληνική αριστερά οι μεξικανοί Ζαπατίστας μίλαγαν κινέζικα, φτάσαμε τελικά οι Κινέζοι να έχουν το λιμάνι του Πειραιά κι οι ιθαγενείς του Μεξικού να ομιλούν την ελληνική. «Συντρόφισσα, σύντροφε, εξεγερμένη Ελλάδα, εμείς οι πιο μικροί, απ’ αυτή τη γωνιά του κόσμου, σε χαιρετάμε…». Έτσι, με άπταιστα ελληνικά, ξεκίναγε το μήνυμά του ο Υποδιοικητής Μάρκος το Δεκέμβρη του 2008.
Εμείς λοιπόν, καμιά τριανταριά Έλληνες, μια δεκαετία πριν μάθουν οι Ζαπατίστας τόσο καλά ελληνικά, βρεθήκαμε φιλοξενούμενοί τους. Καταγράφαμε, λέγαμε, τι συνέβαινε εκεί για να ενημερώσουμε τον πλανήτη. Στην πραγματικότητα καταγράφαμε μέσα μας τι σημαίνει μάγκας και τι σημαίνει τζάμπα μάγκας. «Είμαστε τόσο φτωχοί που δεν έχουμε μάσκες για όλους. Σας παρακαλούμε μην φωτογραφίζετε τα παιδιά που δε φοράνε μάσκα, θα τα αναγνωρίσει ο στρατός και θα τα δολοφονήσει»… Να μια κουβέντα τους που ακούσαμε εκεί.
Ως τουρίστες πήγαμε. Κυνηγοί στο κοσμοπολίτικο διαγαλαξιακό σαφάρι της ισοτιμίας
Τι ζητάγαμε το ’98 στα βουνά της ζούγκλας Λακαντόνα, εμείς Έλληνες με τροφαντές κοιλίτσες, τόσο Ευρωπαίοι που σύντομα θα αφήναμε τη δραχμή για το ευρώ; Οι μισοί δε μιλάγαμε καν Ισπανικά, φύγαμε απ’ «την πλούσια και δημοκρατική Ευρώπη» αναζητώντας τη μυστική συνταγή να φτιάχνουμε «λόγια που χτυπάνε πιο δυνατά από τις σφαίρες» και «το ψιθύρισμα του τραγουδιού των από κάτω» που διαβάζαμε στις προκηρύξεις τους.
Το 1998, θυμήσου, ψίθυρους επαναστατικούς δεν ακούγαμε εδώ, στη διαπασών Σφακιανάκη και Βίσση ακούγαμε. Διακοποδάνεια, σκυλάδικα στην παραλιακή, Kayen διπλοπαρκαρισμένα σειρά στη Σκουφά, χρηματιστήριο σε άνοδο, ε και φυσικά ΠΑΣΟΚ, αυτά είχαμε. 3 χιλιάρικα πούλαγε ο Σκλαβενίτης το Johnny Walker και σου έδινε και δώρο μια πλαστική τράπουλα. 100 δραχμές κόστιζε η τυρόπιτα. Ήταν κι η ισοτιμία, και η νομισματική με το πέσο και η άλλη, οπότε με την αξία της τυρόπιτας μπορούσαν να έχουν φαγητό 20 παιδάκια στην Τσιάπας.
Γνωρίσαμε πολλά τέτοια υποσιτισμένα παιδιά, χορέψαμε, παίξαμε, ζωγραφίσαμε, φωτογραφηθήκαμε δίπλα τους με φόντο το μουράλ με το πρόσωπο του Τσε Γκεβάρα που στόλιζε το ξύλινο κτίριο της Επαναστατικής Διοίκησης. Μετά συνειδητοποιήσαμε ότι κανένα από αυτά τα παιδιά δε θα ζούσε να δει τους φαντασμαγορικούς εορτασμούς, ως το Μιλένιουμ θα είχαν όλα τους πεθάνει από την πείνα… Δύσκολο να το κατανοήσεις. Ακόμη πιο δύσκολο που σε ολόκληρο το Μεξικό ήταν τα μοναδικά παιδιά που συναντήσαμε στους δρόμους και δε ζητιάνευαν. «Η αξιοπρέπεια ανθίζει σα λουλούδι της ερήμου, ούτε νερό δε θέλει». Άλλη μια κουβέντα που ακούσαμε εκεί.
Ως επενδυτές του Αirbnb πήγαμε. Να τσεκάρουμε την αγορά ακινήτων.
Η αίσθηση «των κοινών», της μη ιδιοκτησίας, της αυτοδιάθεσης και της αυτονομίας, η αξιοπρέπεια των Ζαπατίστας, ο σεβασμός τους για τη γη και τα ζωντανά που ζουν σε αυτήν, έρχονται από την ιθαγενική κουλτούρα τους, από τα βάθη των αιώνων, απ’ τον πολιτισμό τους που λεηλατήθηκε απ’ τους Ευρωπαίους κονκισταδόρες που τους σφαγίαζαν, συχνά για πλάκα. Οι Μάγιας, οι Τολτέκοι και οι Αζτέκοι έβλεπαν χρυσάφι και σκέφτονταν πόσο όμορφα αντανακλούν επάνω του οι ακτίνες του ήλιου. Οι Ευρωπαίοι έβλεπαν το ίδιο χρυσάφι και σκέφτονταν πως να δολοφονήσουν τους άοπλους για να το κλέψουν.
Έτσι κι αλλιώς, είναι πολλά τα δυσνόητα. Όπως ας πούμε το ενοίκιο. Αυτό ήταν εντελώς αδύνατο να το αντιληφθεί ως έννοια η Ζαπατίστρια με την οποία μιλάγαμε ένα βράδυ στη La Realidad: «Μα πως είναι δυνατόν να πληρώνεις για να έχεις στέγη; Και να φοβάσαι κιόλας ότι θα σε πετάξουν έξω αν δεν έχεις λεφτά; Γιατί στεναχωριέσαι; Έλα εδώ, να μένεις με εμάς. Δε θα σου ζητήσει κανένας χρήματα. Μη φοβάσαι, εδώ όλα ανήκουν σε όλους μας».
Αυτά έλεγε καθισμένη στο χώμα που είχε για πάτωμα η σκηνή της, περικυκλωμένη από χιλιάδες βαριά οπλισμένους Μεξικανούς στρατιώτες που καραδοκούσαν να τη δολοφονήσουν. Ποιός ήταν ο σκλαβωμένος και ποιός ο ελεύθερος; Ο περικυκλωμένος απ’ το ενοίκιο ή η περικυκλωμένη απ’ το στρατό; Να και μια ακόμη απορία που στριμώξαμε στη βαλίτσα της επιστροφής δίπλα στα παραδοσιακά υφαντά «των ινδιάνων».
Δεν πήγαμε καν. Πέσαμε. Θέμα σε εξετάσεις ήμασταν: «Πόσα χωράνε από κόμμα σε κόμμα και πόσα χωράει ένα κόμμα;»
Κι ας λένε το κίνημα των Ζαπατίστας «το πρώτο post modern ιντερνετικό επαναστατικό κίνημα». Με το internet του 1998 θέλαμε ένα ολόκληρο πρωϊνό για να καταφέρουμε να μπούμε στις σελίδες του EZLN, να διαβάσουμε τις διακηρύξεις «του πρώτου διαγαλαξιακού στρατού των από κάτω», να νιώσουμε τι είναι αυτοί οι τύποι που στις μπροσούρες αντί για τσιτάτα έχουν μυθιστορήματα σε συνέχειες.
Τι διάολο επανάσταση ήταν αυτή που πριν ακόμη εδραιωθεί κήρυττε τη διάλυση του στρατού της και έδινε την εξουσία στις λαϊκές συνελεύσεις, τι επανάσταση ήταν αυτή που ο ηγέτης της ήθελε να παραμείνει ανώνυμος, κρυμμένος πίσω από τη μάσκα του, μέχρι που τελικά να κηρύξει ο ίδιος την αυτοκατάργησή του; Δεν τά ‘λεγαν έτσι οι παλαιοί. Που πήγαν οι δικτατορίες του προλεταριάτου, πως θα γίνει επανάσταση αν δεν είμαστε στρατός; Πως έπλεξαν το «διοικούμε υπακούοντας», το «πείθουμε και δεν νικάμε», το «βάλαμε τη μάσκα για να δείτε το πρόσωπό μας»; Πως στην ίδια πολιτική διακήρυξη, στην ίδια πρόταση, έτσι, από κόμμα σε κόμμα, χωρίς καν τελεία να τους χωρίζει, έμπαινε ο γκέι του Σαν Φρανσίσκο με τον Παλαιστίνιο μαχητή, τον αναρχικό της Ισπανίας, τον άνεργο εργάτη και το δυστυχισμένο μαθητή; Πως οι μύθοι των ιθαγενών της Λατινικής Αμερικής συνομιλούν με τον μαρξισμό, τον κομμουνισμό, την αναρχία; Στην καθημερινή πράξη όμως, όχι στη θεωρία και κουβέντα να γίνεται.
Άμα δεν έχεις πρόχειρες απαντήσεις για ερωτήματα σαν αυτά, καλά θα κάνει να πας μια βόλτα από τα μέρη τους. Έτσι κι αλλιώς «ο Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος έχει ξεκινήσει» και εν μέσω πολέμου οι μετακινήσεις πληθυσμών θεωρούνται αναμενόμενες. Το λένε η Ζαπατίστας απ’ την εποχή της πολλά τότε υποσχόμενης παγκοσμιοποίησης, πριν την πτώση των τραπεζών, πριν την κρίση, τα μνημόνια, πριν την πανδημία, πριν τους άστεγους στο Σταθμό Μετρό Μοναστηράκι και την ουρά στην Ομόνοια για το ένα μαρούλι.
Μετά το 1998, συνεχίστηκε στην Τσιάπας το πήγαινε-έλα ανθρώπων από όλο τον πλανήτη γη, ανθρώπων που ανήκουν στην κατηγορία αυτών που ερωτεύονται ουτοπίες. Είναι πολλοί οι Έλληνες που πήγαν και ξαναπήγαν εκεί. Έτσι κρατήθηκε η επαφή με την ελπίδα και τώρα μπορούμε να στρώσουμε ποιήματα για να υποδεχτούμε τα λουλούδια των Ζαπατίστας, τις ιδέες και τις πράξεις τους που ανθίζουν το όνειρο της αξιοπρέπειας απ’ το 1994.
Τι ζητάνε οι Ζαπατίστας στα μέρη μας; Τι γυρεύαμε εμείς στο Μεξικό το ’98; Σάμπως τι γύρευε κι ο Μπολίβαρ στη Λάρισα; αυτός ήταν Υδραίος.
Πηγή:tvxs